Tο κείμενο που δημοσιεύουμε σήμερα είναι ένα από αυτά που,αν και μακροσκελέστατα,αξίζουν να διαβαστούν ξανά και ξανά από όλους,πιστούς και μη:περιγράφει την επίσκεψη μιας παρέας φίλων στο Άγιο Όρος,περισσότερο από περιέργεια και τουριστική διάθεση,παρά από θρησκευτική αναζήτηση.Κάτι που άλλωστε συμβαίνει για πάρα πολλούς ανυποψίαστους επισκέπτες,που πάνε εκεί αν όχι με επικριτική διάθεση,τουλάχιστον με αδιαφορία:στην πορεία βέβαια,ανακαλύπτουν ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ και αυτό αλλάζει τη ζωή τους για πάντα.Ας αφήσουμε όμως τον-τότε νεαρό-προσκυνητή να μας μεταφέρει τις εμπειρίες του:
Μέσα της δεκαετίας του 80. Τρεις φίλοι γύρω στα 19 συναντιούνται στα ΚΤΕΛ Πατρών. Ένας απ αυτούς ο γράφων. Βραδάκι - Ιούνιος - ζέστη.
Έχοντας πρόσφατα ακούσει κάποια διήγηση, έκριναν σκόπιμο να επισκεφτούν το Όρος. Όχι όμως μόνο το Όρος. Σχεδίασαν να πάνε κάποιες λίγες μέρες εκεί και εν συνεχεία να κατηφορίσουν για Σποράδες, Σκιάθο και Σκόπελο.
Εξάλλου το να πάνε αποκλειστικά και μόνο στο Άγιο Όρος αποτελούσε γι αυτούς κάτι πέραν της λογικής τους και της γενικότερης διάθεσης που συνήθως έχουν οι νέοι, όσο αφορά τις καλοκαιρινές διακοπές. Εκεί δεν έχει γυναίκες! Ξυπνάς ξημερώματα! Οι καλόγεροι θα είναι σίγουρα φορτικοί και γκρινιάρηδες!
Μια άλλη δυσκολία είναι το πώς θα το πεις στους γονείς σου! Και ειδικά στη μητέρα.
Καλύτερα να πεις στη μάνα σου ότι θα πας διακοπές στο Αφγανιστάν ή στη λωρίδα της Γάζας ή στην Βηρυττό εν μέσω βομβαρδισμών, παρά να της πεις ότι θα πας στο Άγιο Όρος!
Ανήκουστο! Πάει το παιδί! Θα το κρατήσουν εκεί διά της βίας! Θα του κάνουν άλλα κι άλλα.....οι καλόγεροι!
Τελικά όμως συναντηθήκαμε για να φύγουμε! Πρώτα για το Όρος και αν δεν μας αρέσει ή μας πρήζουνε εκεί, τότε φεύγουμε για Σποράδες.
Ήμουν σχεδόν άθεος. Και λέω σχεδόν γιατί μου άρεσε για παράδειγμα να κάνω Ανάσταση στο χωριό. Ή πάλι θα μπορούσα να πω ότι διατηρούσα έναν κάποιο σεβασμό για την πίστη των άλλων. Ως εκεί όμως, τίποτα παραπάνω. Και μάλιστα θα μπορούσα να πω ότι στο Άγιο Όρος θα πηγαίναμε καθαρά από περιέργεια. Και για ΠΛΑΚΑ! Με στόχο εκτός της ικανοποίησης της περιέργειάς μας, να κάνουμε και το κομμάτι μας. Να χασκογελάσουμε με τους συντηρητικούς και κολλημένους περίεργους ρασοφόρους. Να ζήσουμε μαζί τους για να τους περιεργαστούμε, ως παράξενα όντα, να τους λοιδωρήσουμε, εμείς οι έξυπνοι φοιτητές, οι μορφωμένοι αστοί! Τρομάρα μας! Που ναξερα.....
Το λεωφορείο έφευγε από Πάτρα για Θεσσαλονίκη γύρω στις 9 με 10 το βράδυ και έφτανε Θεσσαλονίκη κατά τις 5 το πρωί. Ολονύκτιο ταξίδι - ταλαιπωρία. Στροφές - φουρκέτες και μετά ευθείες. Την διαδρομή δεν γινόταν να την ευχαριστηθεί το μάτι μέσα στο σκοτάδι.
Εν τέλει φτάσαμε! Και τώρα πως πάμε Ουρανούπολη;
Ουρανούπολη! Παιδιά για να πάτε εκεί πρέπει να πάτε στον σταθμό Χαλκιδικής, είναι στην άλλη άκρη της πόλης!
Και πώς θα πάμε;
Με ταξί.
Τρέξτε να προλάβουμε! Κατά τις 6 φεύγει!
Προλάβαμε!
Λίγος κόσμος. οι πιο πολλοί λαϊκοί και κάποιοι μοναχοί. Το λεωφορείο έφυγε. Ο ήλιος ξημέρωσε. Τι όμορφη η Χαλκιδική! Πόσο πράσινη! Σαν καρτ ποστάλ από κάτι χώρες της Βόρειας Ευρώπης!
Ουρανούπολη, η ώρα 9 περίπου. Ήσυχα. Κατηφορίζουμε στην θάλασσα. Ένα εντυπωσιακό κτίσμα μπροστά μας, ο πύργος. Τι καταπληκτικό καλωσόρισμα των μέσα στους έξω!
Το καΐκι θα φύγει σε λίγο. Είναι μια απλή μεγαλούτσικη ξύλινη βάρκα, με πάγκους αριστερά και δεξιά, αλλά και δύο σειρές ξύλινα καθίσματα στο κέντρο, που κι αυτά κοιτάζουν προς τα πλάγια και όχι εμπρός. Μπαίνοντας στο καΐκι δώσαμε τις ταυτότητές μας. Μας είπαν ότι θα τις πάρουμε στις Καρυές, όταν θα βγάλουμε τα διαμονητήριά μας!
Τι είναι οι Καρυές; Τι είναι τα διαμονητήρια; Γιατί να μην κρατήσουμε τις ταυτότητες και να τις επιδείξουμε οι ίδιοι σ αυτόν που θα μας δώσει τα διαμονητήρια;
Τέλος πάντων.
Το καΐκι ξεκινάει. Τα τελευταία σπίτια του έξω κόσμου μπροστά μας. Τα πιο πολλά περιποιημένα, θα τα έλεγες βιλίτσες. Αραιώνουν, τελειώνουν, τελείωσαν.
Μια ανομοιομορφία στην βλάστηση της χερσονήσου παρατηρείται σε κάποιο σημείο, σαν να αποτελεί κάτι σαν σύνορο, σαν όριο. Κάτι σαν απομεινάρι παλιού τείχους δίπλα. Πιο κάτω, στη θάλασσα, ένα περίεργο ερειπωμένο οίκημα.
Περνάμε όντως τα σύνορα! Αυτό το κτίσμα είναι εντός του Όρους. Άντε παιδιά καλά να περάσουμε!
Μπροστά μας είναι ένας κάβος ορεινός. Κόβει την θέα. Είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι περνώντας τον, θα ανοιχτεί μπροστά μας η πλήρης άποψη του πράγματος. Μα που πάμε αλήθεια; Τι πάμε να κάνουμε; Εν τάξει οι άλλοι συνταξιδιώτες στο πλοιάριο, μεγάλοι σε ηλικία οι περισσότεροι, πάνε να σώσουν την ψυχή τους, εμείς τι δουλειά έχουμε;
Περνάμε τον κάβο. Κάποια κτήρια σκάνε μύτη. Σε λίγο μπροστά μας ένα μοναστήρι! Κι όμως δεν είναι μοναστήρι! Ήταν κάποτε. Σώζεται το τείχος του και ένας μπλε ή πράσινος τρούλος εντός. Κι όμως το ταπεινό αυτό ερείπιο μας φαίνεται ένας παραδεισένιος κόσμος προς εξερεύνηση. Εννοείται ότι τίποτα το πνευματικό δεν σκιρτά μέσα μας, απλά μια τρομερή επιθυμία να πάμε παντού αμέσως, να τα μάθουμε όλα, να καταλάβουμε τι γίνεται, να δούμε ό,τι περισσότερο!
Να κι άλλα οικοδομήματα! Αυτό το επόμενο είναι απίστευτο, εντυπωσιακό μοναστήρι, με τεράστιο πύργο και με λιμανάκι.
Ούτε αυτό είναι μοναστήρι! Είναι ο αρσανάς της Ζωγράφου, της Βουλγαρικής μονής. Άντε ξανά ερωτήματα, τι ειναι αρσανάς; Υπάρχουν βουλγάρικα μοναστήρια; Μια πληθώρα γνώσεων που μας διαφεύγουν! Για να τα μάθεις όλα αυτά πρέπει να έρθεις πολλές φορές και το κυριότερο πρέπει να χάσεις ενδεχόμενα άλλα μέρη (πχ Σαντορίνη, Κέρκυρα, Ρόδο κλπ), να τα θυσιάσεις για το ίδιο μέρος, δηλαδή τον Αθω. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
Επιτέλους εμφανίζονται τα πραγματικά μοναστήρια! Η Δοχειαρίου, η Ξενοφώντος, το Ρώσικο!
Δέος!
Η λαμπρή και πλήρης ελληνική γλώσσα, χάνει το μεγαλείο της, δεν μπορεί να περιγράψει τίποτα. Με γουρλωμένα μάτια και ανοιχτά στόματα, προσπαθούμε να ανακαλύψουμε, να εφεύρουμε άλλα εκφραστικά μέσα, για να βγάλουμε προς τα έξω τα εντός μας.
Να και η Δάφνη, φτάσαμε. Αποβίβαση.
Ένα μικρό χωριουδάκι, συμπαθητικό.
Κατευθείαν στο λεωφορείο. Υποχρεωτικά! Είστε υποχρεωμένοι να πάτε στις Καρυές, στην Ιερά Επιστασία, να πάρετε τα διαμονητήρια. Θα σας επιστραφούν εκεί οι ταυτότητές σας και μετά είστε ελεύθεροι να πάτε όπου θέλετε.
Εδώ πρέπει να ανοίξει μια παρένθεση.
Εκείνη την εποχή, το καραβάκι από Ουρανούπολη πήγαινε κατευθείαν Δάφνη χωρίς να σταματήσει κάπου αλλού. Το ίδιο έκανε και το καραβάκι από Ιερισσό, όταν βέβαια το επέτρεπε ο καιρός, πήγαινε απευθείας Ιβήρων. Από Δάφνη ή Ιβήρων οι προσκυνητές ανέβαιναν υποχρεωτικά στις Καρυές με λεωφορεία, έπαιρναν τα διαμονητήριά τους και στη συνέχεια ήταν ελεύθεροι να πάνε όπου θέλουν. Ο μόνος δρόμος που υπήρχε ήταν αυτός. Από Δάφνη στις Καρυές και από κει στην Ιβήρων. ΤΕΛΟΣ!
Μπορούσες να ξανακατέβεις Δάφνη ή Ιβήρων με το διαμονητήριό σου και με τα πλοιάρια να πας στις παραλιακές μονές που προηγουμένως δεν μπορούσες να κατέβεις κλπ.
Δεν έκλεινες θέση εισόδου στο Όρος, ούτε έπαιρνες τηλέφωνο σε κάποια μονή, όπουδήποτε σε δεχόντουσαν. Και όπου δεν έπιανε το καραβάκι μπορούσες να πας μόνο πεζή ή με μουλάρι. Βέβαια οι επισκέπτες ήταν λιγοστοί σε σχέση με τώρα.
Κλείνει η παρένθεση.
Στοιβαζόμαστε στο λεωφορείο στη Δάφνη, ο ένας πάνω στον άλλον. Παλιό το όχημα, από κείνα τα πράσινα με την καμπύλη στην οροφή τους. Στις μπροστινές θέσεις κάθονται μοναχοί, λογικό, τιμής ένεκεν.
Κάτι περίεργο σ αυτούς τους μοναχούς διαφαίνεται. Δεν μοιάζουν σαν τους ρασσοφόρους του έξω κόσμου. Ούτε στην ενδυμασία αλλά - κυρίως - ούτε στην όψη, στο ύφος, στη ματιά.
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ.
Κυριακή 28 Ιουνίου 2009
Η πρώτη φορά στο Άγιο Όρος:μια προσωπική διήγηση
Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΘΕΟΥ ΝΕΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ,ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ '80.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου