Ο Νεομάρτυρας Άγιος Ιάκωβος ο Αγιορείτης διηγήθηκε κάποτε στο μαθητή του Μαρκιανό όσα θαυμαστά είδε στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας:
Καθώς φορούσε ο ιερέας την ιερατική του στολή, έφεξε μπροστά του το φως των αγγέλων, όπως φέγγει ο ήλιος την αυγή, πριν ανατείλει. Όταν άρχισε να προσκομίζει, τέσσερα αγγελικά τάγματα πήγαν και στάθηκαν στα τέσσερα σημεία του ναού.
Τελειώνοντας την προσκομιδή, σκέπασε με τα ιερά καλύμματα τα τίμια Δώρα, που συνάμα καλύφθηκαν από μια λάμψη. Την ώρα της μεγάλης εισόδου, όταν βγήκαν τα Άγια, προπορευόταν ένα φως, που σκέπαζε το λαό.Το ίδιο φως περικύκλωσε αργότερα την αγία τράπεζα, όταν τοποθετήθηκε το δισκοπότηρο πάνω σ’ αυτήν. Έξω από τον φωτεινό αυτό κύκλο στέκονταν οι άγγελοι ευλαβικά, χωρίς να τολμούν να πλησιάσουν. Το φως δεν έφυγε από τον ιερέα σ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας.
Από το στόμα του έβγαινε αόρατη φλόγα, όταν εκφωνούσε τις ευχές και διάβαζε το Ευαγγέλιο. Επίσης, όταν ύψωνε τα χέρια του, από τα δάχτυλά του ξεχυνόταν φως.
Μετά τον καθαγιασμό, είδα τον Κύριο, ως βρέφος καθισμένο στο δισκάριο μέσα σε φωτεινή δόξα. Ο ιερέας τον μέλισε σε τέσσερα μέρη, και το τίμιο Αίμα Του χύθηκε στο άγιο ποτήριο, από το οποίο μετάλαβε ο λειτουργός.
Όταν τελείωσε η μυσταγωγία, είδα πάλι το θείο Βρέφος ακέραιο ν’ ανεβαίνει με δόξα και τιμή στον ουρανό, συνοδευόμενο από τους αγίους αγγέλους.
Πηγή: Περιοδικό «Άγιος Κυπριανός»
Πηγή: xristianos.gr
Δημοσίευση σχολίου