Το όραμα του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Τέμπλο παρεκκλησίου στο ιερό σπήλαιο της Αποκαλύψεως (12ος-13ος αιών). |
Σ' ὅλα τὰ βιβλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, κατὰ κύριο δὲ λόγο στὰπροφητικά, ἀπαντοῦν συμβολικὲς ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖεςχαρακτηρίζουν ἐπίσης καὶ τὰ Ἀποκαλυπτικὰ κείμενα. Ἡἀφθονία συμβολικῶν ἐκφράσεων στὰ προφητικὰ βιβλίαὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Προφῆτες συχνὰ λαμβάνουνἀπὸ τὸν Θεὸ προφητεῖες μὲ τὴ μορφὴ συμβολικῶνπαραστάσεων καὶ μερικὲς φορὲς καταφεύγουν οἱ ἴδιοι στὴχρῆσι συμβόλων, διότι δὲν μποροῦν νὰ ἐκφράσουν τὰὁράματά τους μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἐποχῆς τους. Εὔλογα,λοιπόν, στὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου, ἕνα σαφῶςπροφητικὸ βιβλίο, κυριαρχεῖ ἡ συμβολικὴ χρῆσι ἐκφράσεων, προσώπων, χρωμάτων, ἀριθμῶν καὶ παραστάσεων.
Ὁ Ἰωάννης, μάλιστα, καθὼς καὶ οἱ πρῶτοι παραλῆπτες τῆς Ἀποκαλύψεως, «αἱ ἑπτὰ Ἐκκλησίαι αἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ» (Ἀπ. 1, 4), ἦσαν ἐξοικειωμένοι μὲ τὴ χρῆσι συμβόλων. Αὐτὸ μαρτυροῦν νομίσματα καὶ ἄλλα εὑρήματα τῆς περιοχῆς, ποὺ φέρουν συμβολικὲς παραστάσεις. Τὴν ἀσιατικὴ αὐτὴ συνήθεια, ποὺ εἶχε ἐπιδράσει βαθιὰ καὶ στοὺς ἀσιάτες Χριστιανούς, χρησιμοποιεῖ ὁ Θεὸς γιὰ νὰ δείξῃ «τοῖς δούλοις αὐτοῦ ὃ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει» (Ἀπ. 1, 1). Στὴν πραγματικότητα, ἡ πρωτοβουλία στὴν χρῆσι συμβόλων ἀνήκει στὸν Θεό, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἐκδίωξι τῶν πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν παράδεισο διατύπωσε τὸ λεγόμενο πρωτευαγγέλιο μὲ συμβολικὲς ἐκφράσεις «αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γέν. 3, 15).
Μὲ τὸ συμβολισμὸ τῆς Ἀποκαλύψεως οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας ἐφοδιάζονται μὲ ἕνα ἀντίβαρο ἐνάντια στὴν ἄφθονη χρῆσι συμβόλων ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Καὶ δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ ἀντίβαρο. Σύμβολα συνηθισμένα στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο ἀποκτοῦν στὴν Ἀποκάλυψι ἀντίκρυσμα μὲ ὑψηλό, θεϊκὸ ἢ ἔστω βαρυσήμαντο νόημα.
Ὁ συμβολισμὸς ἐπιτελεῖ στὴν Ἀποκάλυψι τριπλὴ λειτουργία :
1. Καλύπτει ἐν μέρει τὸν προφητικὸ λόγο ἀπὸ τὰ μάτια τῶν Ρωμαίων, τῶν εἰδωλολατρῶν κατακτητῶν, καὶ προστατεύει τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν ὀργή τους.
2. Λειτουργεῖ παρόμοια μὲ τὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ Προφῆτες καὶ ὁ Κύριος. Ἀφήνει ἀδιάφορους τοὺς χλιαροὺς ἢ ψυχροὺς στὴν πίστι καὶ ἀφυπνίζει τὸ ἐκλεκτὸ κατάλοιπο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐντείνῃ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴν κατανόησι τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ὑπακοὴ σ᾽ αὐτόν.
3. Ἀναδεικνύει τὴν διαχρονικότητα τοῦ συμβολιζομένου, καθ᾽ ὅσον δὲν τὸ περιορίζει σὲ μία καὶ μόνη περίπτωσι μιᾶς συγκεκριμένης ἐποχῆς. Ἔτσι, ὑπὸ τὸν ὅρο «Βαβυλών», π.χ., ἐννοεῖται ὄχι μόνον ἡ ἀντίχριστη ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλὰ καὶ κάθε κοσμικὴ ἐξουσία ποὺ στρέφεται κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, κάθε πνευματικὴ ἢ πολιτικὴ δύναμι ποὺ γίνεται ὄργανο τοῦ σατανᾶ, γιὰ νὰ βλάψῃ τὴν πίστι τῶν Χριστιανῶν.
Τὰ ποικίλα γεγονότα τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ ἐξαγγείλῃ ὁ Ἰωάννης καὶ τὰ πνευματικὰ νοήματα ποὺ ὀφείλει νὰ μεταφέρῃ στοὺς πιστούς, ἀσφαλῶς τοῦ τὰ Ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς κάτω ἀπὸ εἰκόνες καὶ παραστάσεις ποὺ ἀνήκουν στὸν κύκλο τῶν γνώσεων καὶ ἐμπειριῶν τοῦ εὐαγγελιστοῦ. Καὶ ὁ Ἰωάννης περιγράφει ὅ,τι ἀκριβῶς βλέπει. Οἱ παραστάσεις τῆς Ἀποκαλύψεως θυμίζουν εἰκόνες ἀπ᾽ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς φύσης καί τῆς ζωῆς. Ζωικὸ καὶ φυτικὸ βασίλειο, γεωργικὴ καὶ ἐμπορικὴ ζωή, θάλασσα, οὐρανός, φυσικὰ φαινόμενα, πολύτιμοι λίθοι, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρώπινη ζωή, μὲ τὴ μητέρα καὶ τὸ παιδί, τὴν παρθένο νύμφη, τὴν πόρνη, τὸν πόλεμο, τὴν εἰρήνη, τὰ μεταφορικὰ μέσα, προσφέρουν μία ἀφθονία εἰκόνων μὲ τὶς ὁποῖες ἐκφράζονται οἱ ἀλήθειες τοῦ θεοπνεύστου αὐτοῦ βιβλίου.
Ὁπωσδήποτε, παρόμοιες εἰκόνες συναντῶνται ἐπίσης σὲ διάφορα κείμενα τῆς ἰουδαϊκῆς καὶ θύραθεν γραμματείας. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ μᾶς παραπλάνησῃ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἰωάννης χρησιμοποίησε διάφορες πηγὲς γιὰ τὴν καταγραφὴ τῶν ὁράσεών του. Μοναδική του πηγὴ εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδειξε τὶς ὀπτασίες. Βεβαίως, ὅπως προανέφερα, ὁ Θεὸς πρόσφερε στὸν Ἰωάννη τὶς Ἀποκαλύψεις μὲ συμβολικὲς εἰκόνες, τὶς ὁποῖες ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον γνώριζε ὁ προφήτης ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν φυσικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ.
Αὐθαίρετους καὶ ἀβάσιμους θεωρῶ τοὺς ἰσχυρισμοὺς ὅτι κάποιες εἰκόνες ἀντλεῖ ἡ Ἀποκάλυψι ἀπὸ τὴ θεματικὴ τῆς Ἀποκαλυπτικῆς. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχουν κάποια στοιχεῖα κοινὰ στὴν Ἀποκάλυψι καὶ στὶς ἰουδαϊκὲς ἢ χριστιανικὲς Ἀποκαλύψεις, δὲν ἀποτελεῖ ἀπόδειξι ὅτι ἡ πρώτη τὰ δανείστηκε ἀπὸ τὶς ἄλλες. Ἄλλωστε οἱ διάφορες Ἀποκαλύψεις εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μεταγενέστερες τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἐπίσης ἀστήρικτες εἶναι οἱ ἀπόψεις ὅτι ἡ Ἀποκάλυψι περιέχει ἐπιδράσεις ἀπὸ εἰδωλολατρικὲς θρησκεῖες, μάλιστα δὲ καὶ ἴχνη συγκρητισμοῦ. Ὁπωσδήποτε ἀπὸ αὐτὲς τὶς εἰκασίες ἀπουσιάζει ἡ κατανόησι τοῦ πνεύματος τοῦ ἱεροῦ βιβλίου, τοῦ χριστιανικοῦ χαρακτῆρος του, ποὺ δὲν συμβιβάζεται μὲ ὁτιδήποτε εἰδωλολατρικό. Ἀρκεῖ μία ἀνάγνωσι τῆς Ἀποκαλύψεως γιὰ νὰ ἀντιληφθῇ ὁ καλοπροαίρετος ἀναγνώστης τὴν ἀποστροφὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τὴν εἰδωλολατρία καὶ τὴν τελεσίδικη καταδίκη τῶν εἰδωλολατρῶν (βλ. Απ. 21, 8. 22, 15). Ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος εἶδε, ἄκουσε καὶ κατέγραψε ὅλα αὐτὰ καὶ μὲ τὴν ἀγωνία τοῦ πνευματικοῦ ποιμένος παραγγέλλει στοὺς πιστοὺς «Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτοὺς ἀπὸ τῶν εἰδώλων» (Α’ Ἰωάνν. 5, 21), πῶς θὰ κατέφευγε σὲ εἰδωλολατρικὰ δάνεια ;
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Ἰωάννης ἐπηρεάζεται ἀπὸ ξένες πηγὲς παραδέχονται ὅτι ὁ συγγραφέας τῆς Ἀποκαλύψεως κινεῖται μὲ πλήρη ἀνεξαρτησία καὶ πρωτοτυπία, ἀφοῦ μάλιστα πολλὲς ἀπὸ τὶς εἰκόνες τοῦ βιβλίου δὲν συναντῶνται οὔτε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη οὔτε σὲ ἄλλα κείμενα.
Τὰ ἰδιάζοντα χαρακτηριστικὰ τοῦ συμβολισμοῦ τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι :
1. Ἐλευθερία στὴ χρῆσι τῶν συμβόλων καὶ τῶν εἰκόνων. Δὲν χρησιμοποιεῖται τὸ ἴδιο συμβολικὸ λεξιλόγιο στὰ διάφορα τμήματα τοῦ βιβλίου, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὴ ροὴ τοῦ ἴδιου δράματος. Ἡ προσεκτικὴ ὅμως μελέτη Ἀποκαλύπτει στὸν ἀναγνώστη ὅτι καὶ τὰ ὁράματα ποὺ φαίνονται ἄσχετα καὶ ἀσύνδετα μεταξύ τους περιέχονται στὸ ἴδιο πλαίσιο. Αὐτὸ καθορίζεται ἀπὸ ὁρισμένα σύμβολα, ὅπως εἶναι τὸ ἀρνίο, ὁ δράκοντας, τὰ δυὸ θηρία, ἡ Βαβυλῶνα.
2. Συγγένεια ἢ καὶ ταύτισι διαφορετικῶν συμβόλων. Τὸ ἴδιο πρόσωπο ἢ γεγονὸς μπορεῖ νὰ συμβολίζεται μὲ διαφορετικὰ σύμβολα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς π.χ. συμβολίζεται μὲ παραστάσεις ποὺ φαίνονται ἀπόλυτα ἀνεξάρτητες καὶ ἄσχετες μεταξύ τους: ὡς ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου (Ἀπ. 1,13), ὡς ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα (5, 5), ὡς τὸ ἀρνίο (5, 6), ὡς ὁ ἱππέας τοῦ λευκοῦ ἵππου (6, 2).
3. Σύμβολα δυνάμεως καὶ νίκης μετασχηματίζονται σὲ εἰκόνες πόνου ἢ ἀδυναμίας. Ἔτσι, ἐνῷ ὁ Ἰωάννης ἀκούει ὅτι «ἐνίκησεν ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα» (5, 5), βλέπει «Ἀρνίον ἑστηκὸς ὡς ἐσφαγμένον» (5, 6).
4. Πολλὲς ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τοῦ βιβλίου δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπεικονισθοῦν, οὔτε κὰν νὰ συλληφθοῦν ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φαντασία, καθόσον τὰ συμβολιζόμενα βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τὸν κύκλο τῆς ἀνθρώπινης γνώσης καὶ ἐμπειρίας.
Σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις ἡ ἑρμηνεία τῶν συμβόλων τῆς Ἀποκαλύψεως ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰωάννη πλήρως ἢ ἐν μέρει. Παραμένουν ὅμως κάποιες συμβολικὲς μορφές, ὡς πρὸς τὶς ὁποῖες ὑπάρχει ποικιλία ἑρμηνειῶν ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν ἑρμηνευτῶν ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια γενικὴ ἑρμηνευτικὴ μέθοδο. Μποροῦμε νὰ διατυπώσουμε τὶς ἀκόλουθες ἀρχὲς ἑρμηνείας τῶν συμβόλων τῆς Ἀποκαλύψεως :
1. Χρειάζεται κατ' ἀρχὴν ἡ γνῶσι τῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ συμβολισμοῦ τῆς Ἀποκαλύψεως.
2. Ὅπου τὸ ἴδιο τὸ κείμενο δὲν δίνει καμία ἑρμηνεία, οἱ παραστάσεις ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον πρέπει νὰ ἐκληφθοῦν μὲ συμβολικὴ σημασία, «ἀλληγορικῶς», ὄχι ὅμως κατὰ τὴν αὐθαιρεσία τῆς ἀλληγορικῆς ἑρμηνείας.
3. Μερικὲς ἀπὸ τὶς εἰκόνες τῆς Ἀποκαλύψεως δὲν πρέπει νὰ ἑρμηνευθοῦν ὡς συμβολικές. Χρησιμεύουν ἁπλῶς γιὰ νὰ προσθέσουν ζωηρότητα καὶ κίνηση στὴ συνάφεια.
4. Διαδοχικὰ μέλη μιᾶς σειρᾶς ὁραμάτων δὲν ὑπονοοῦν ἀναγκαστικὰ μία χρονολογικὴ συνέχεια.
5. Οἱ ἀριθμοὶ τρία, τέσσερα, ἕξι, ἑπτά, δώδεκα κ.ἄ. ἔχουν ἰδιάζουσα σημασία, ἡ ὁποία, μάλιστα, δὲν εἶναι μονοσήμαντη. Στὸν ἀριθμὸ τοῦ θηρίου 666, τὸ 6, ὡς ὑπολειπόμενο τοῦ 7, θεωρεῖται σύμβολο τῆς ἐλλείψεως καὶ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ ἐν τούτοις τὰ «ζῷα» γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο εἶναι ἑξαπτέρυγα (Ἀπ. 4, 8), σύμβολο ποὺ ἐκφράζει τὴν πλήρη καὶ τέλεια κίνησί τους σὲ κάθε κατεύθυνσι.
6. Ὁ ἑρμηνευτὴς δὲν πρέπει νὰ παρασύρεται ἀπὸ τὰ δεδομένα καὶ τὶς ἀντιλήψεις τῆς δικῆς του ἐποχῆς, γιὰ νὰ ἑρμηνεύσῃ τὶς συμβολικὲς παραστάσεις τῆς Ἀποκαλύψεως.
7. Τὰ σύμβολα τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι τύποι, οἱ ὁποῖοι βρίσκουν ἐφαρμογὴ ὄχι μόνο στὴν πρώτη πραγματικότητα, τὴν ὁποία ἀρχικὰ συμβολίζουν, ἄλλα ἐπὶ πλέον σὲ διάφορα γεγονότα καὶ πρόσωπα ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Ἡ ἑρμηνεία τους, λοιπόν, δὲν ἐξαντλεῖται σὲ συγκεκριμένα ἱστορικὰ γεγονότα ἢ πρόσωπα.
Σ᾽ ὅλα τὰ παραπάνω πρέπει νὰ προστεθῇ ὅτι ἕνα μεγάλο μέρος τῆς ἑρμηνείας ἐπαφίεται στὴν «ἑρμηνευτικὴ διακριτικότητα τοῦ ἑρμηνευτοῦ», διακριτικότητα βεβαίως «ἐν Πνεύματι», καθ᾽ ὅσον τὸ ἑρμηνευόμενο εἶναι «τί τὸ Πνεῦμα λέγει». Ὅσο μποροῦμε νὰ ἐντοπίσουμε τὴν ψυχὴ ἀνατέμνοντας τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, τόσο μποροῦμε νὰ βροῦμε τὴν σωστὴ ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως προσεγγίζοντάς την ἄνευ Πνεύματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου