«Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τὸν
ἁμαρτωλό». Σήμερα ἀκοῦμε
ἀπὸ τὸ
στόμα τοῦ μετανοημένου τελώνου τὴν
πιό γλυκιὰ καὶ ἀποτελεσματικότερη
προσευχή. Λίγα λόγια μὲ πολλὴ οὐσία.
Ἡ φλυαρία δὲν ταιριάζει σὲ
ἀνθρώπους ποὺ
συναισθάνονται τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν
νὰ πιέζῃ τὴν
ψυχή. Τί νὰ ἀπολογηθῇ
ὁ κατάδικος; τί παραπάνω νὰ
πῇ ὁ ἔνοχος;
Ξέρει πὼς ἔσφαλε, ὁμολογεῖ
ὅτι ἁμάρτησε· πόσο
νὰ ὡραιοποιήσῃ
τὰ πράγματα; πόσο νὰ δικαιολογήσῃ
τὸν ἀδικαιολόγητο ἑαυτό
του;
Συντετριμμένος ὤν, ὁ τελώνης τοῦ
σημερινοῦ εὐαγγελίου δὲν
ἐπιζητεῖ κάτι παραπάνω
ἀπὸ τὸ
ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι γνώστης τῆς ἐσωτερικῆς
του καταστάσεως, συγκεντρωμένος στὰ βάθη τῆς
ψυχῆς του καὶ ἐπικεντρωμένος
σὲ αὐτὸ
ποὺ ἔχει ἀνάγκη.
Ὁ φαρισαῖος
δὲν ἔχει αὐτὰ
τὰ στοιχεῖα. Βλέπει τὸ
φαίνεσθαι, ὄχι τὸ εἶναι
του. Δὲν ψάχνει βαθύτερα, γιατὶ
τὸν τρομάζει ἡ ἰδέα
πὼς θὰ ἀνακαλύψῃ
ἐντὸς του τὸ
τέρας τῆς ἁμαρτίας. Τοῦ
ἀρκεῖ αὐτὸ
τὸ τέρας νὰ εἶναι
κρυμμένο καλά. Φοβᾶται νὰ τὸ
προκαλέσῃ σὲ δημόσια
μονομαχία, γιατὶ ἡ δημοσιοποίηση
αὐτοῦ τοῦ
τέρατος εἶναι τελικὰ δημοσιοποίηση
τοῦ ἑαυτοῦ
του, ὅπερ συνεπάγεται τὸν ἐξευτελισμὸ
καὶ τὴν ντροπή. Ἡ
ἄμυνά του ἀπέναντι στὸν
τερατώδη ἁμαρτωλὸ ἑαυτό
του εἶναι ἡ ὡραιοποίηση
τῆς φρικτῆς του εἰκόνος,
ποὺ καὶ ὁ
ἴδιος δὲν ἀντέχει
νὰ τὴν βλέπῃ,
ὁ ἐξωραϊσμὸς
τῆς ἔξω ὑπάρξεως.
Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε
χρειάζεται νὰ τὸ ἐπιβεβαιώσῃ.
Ἴσως, ἀδελφοί μου, ὁ
φαρισαῖος νὰ μὴν
πολυνοιάζεται γιὰ τὸ τί θὰ
πῇ ὁ κόσμος, πιθανὸν
νὰ μὴν εἶχε
καὶ κανένα στὸ ναὸ
ἐκτὸς ἀπὸ
τὸν ἴδιο καὶ
τὸν τελώνη. Οὔτε γιὰ
τὸν Θεὸ
πολυενδιαφέρεται κατὰ βάθος, γιατὶ γαλουχήθηκε μὲ
τὴν διδασκαλία ὅτι Ἐκεῖνος
γνωρίζει τὰ πάντα. Τὸν ἐνδιαφέρει
ὅμως νὰ πείσῃ
τὸν ἑαυτό του ὅτι
εἶναι ἠθικὸς
καὶ ἀκέραιος. Ἀνασύρει
ἀπὸ τὴν
μνήμη τὶς ἀρετές του ἀπὸ
ἀνάγκη νὰ παραμείνῃ
ἐνάρετος, ποὺ βεβαίως μπορεῖ
καὶ νὰ εἶναι.
Ὅμως ἡ οὐσία
δὲν εἶναι αὐτή.
Κανεὶς δὲν πρέπει νὰ
τὸν κατηγορῇ γιὰ
τὴν ἀρετή του. Ὡστόσο
κάνει ἕνα λάθος, ἴσως μόνο ἕνα,
ἀλλὰ ἐξάπαντος
μεγάλο. Κρίνει καὶ συγκρίνει· συγκρίνει τὸν
ἑαυτό του μὲ τὸν
τελώνη, τὸν ὁποῖον
εἶναι βέβαιος ὅτι ξεπερνᾶ.
Καὶ αὐτὸ
τὸ κάνει, πάλι μὲ σκοπὸ
νὰ ὑποστηρίξῃ
τὴν αὐτοδικαίωσή
του, νὰ ἐπιστηρίξῃ
τὴν αὐτοεκτίμησή
του. Ἀπολαμβάνει τὸ ἔξωθεν
τοῦ ποτηρίου, θαυμάζει τὸν
ὑπέροχο κλειστὸ τάφο του καὶ
τὴν δυσωδία τὴν αἰσθάνεται
ἀπὸ τοὺς
ἀνοικτοὺς τάφους τῶν
ἄλλων.
Ὁ τελώνης ὅμως
δὲν περιμένει δικαίωση οὔτε
ἀπὸ τὸν
ἑαυτό του, οὔτε καὶ
ἀπὸ τὸν
Θεό. Περιμένει μόνον ἔλεος, γι’ αὐτὸ
καὶ ἔρχεται ἡ
δικαίωση. Λέει ἕνα ὄμορφο τραγούδι,
ὅτι τὰ πιό ὡραῖα
πράγματα, ἔρχοντ’ ἐκεῖ
ποὺ δὲν τὰ
περιμένεις. Καὶ πράγματι, ὁ τελώνης
γίνεται ἀποδέκτης τοῦ πιό ὡραίου
πράγματος, τοῦ θείου ἐλέους. Κερδίζει
τὴν συμπάθεια τοῦ Θεοῦ,
γιατὶ Ἐκεῖνος
«ταπεινοῖς δίδωσι χάριν». Εἶναι ταπεινὸς
ὁ τελώνης, ἐπειδὴ
ξέρει ὅτι εἶναι ὅλα
ὅσα τοῦ ἀποδίδει
ὁ φαρισαῖος, ἅρπαγας,
ἄδικος, μοιχός, καὶ δὲν
ἀμφιβάλλει γι’ αὐτό, παρότι προσέρχεται
στὸ ναὸ μετανοημένος.
Ἡ
σημερινὴ παραβολὴ παρουσιάζει
τοὺς δύο τύπους τῶν πιστῶν
ἀνὰ τοὺς
αἰῶνες. Ἀπὸ
τὴ μιὰ ὅσοι
αἰσθάνονται ἱκανοποιημένοι
μὲ τὸν ἑαυτό
τους στὴ σχέση τους μὲ τὸν
Θεὸ καὶ τὸν
ἑαυτό τους, ἀπὸ
τὴν ἄλλη ὅσοι
αἰσθάνονται πολὺ ἁμαρτωλοὶ
καὶ δὲν τολμοῦν
νὰ σηκώσουν τὸ βλέμμα τους
στὸν οὐρανό ἢ
καὶ νὰ ἀσχοληθοῦν
μὲ τὸ ποιὸν
τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Καὶ οἱ δύο παραπάνω
τύποι πιστῶν ἀνήκουν σὲ
ἐκείνους ποὺ εἶναι
καὶ κοντά, ἀλλὰ
καὶ μακρυὰ ἀπὸ
τὴν Ἐκκλησία, καὶ
ἐντὸς καὶ
ἐκτὸς τῆς
πνευματικῆς ζωῆς. Ἰδιαιτέρως
ὅμως τὸν σκόπελο τὴς
φαρισαϊκῆς αὐτοδικαίωσης
πρέπει νὰ προσέξουμε ὅσοι ἔχουμε
στενὴ σχέση μὲ τὴν
Ἐκκλησία καὶ ἀγωνιζόμαστε
νὰ νικήσουμε τὰ πάθη μας.
Πολλὲς φορὲς οἱ
νίκες καὶ οἱ ἐπιτυχίες
τῆς πνευματικῆς ζωῆς
μᾶς καθηλώνουν στὸ βάθρο καὶ
νομίζουμε πὼς εἴμαστε σπουδαῖοι
νικητές. Ὄχι πὼς εἶναι
κακὸ νὰ νικᾷς
τὰ πάθη σου, πρὸς Θεοῦ!
Ἴσα ἴσα εἶναι
τὸ σημαντικότερο στὸ πνευματικὸ
στάδιο. Οὔτε εἶναι κακὲς
οἱ ἀρετὲς
τοῦ φαρισαίου. Κάθε ἄλλο! Ὅμως
ὁ τελικὸς σκοπὸς
ὅλων τῶν ἀρετῶν
εἶναι ἡ ὑψιπετήεσσα
μετάνοια. Αὐτὴ δικαιώνει καὶ
τὶς ὅποιες ἀρετές.
Κι ἂν ὁ φαρισαῖος
δὲν δικαιώθηκε, ἦταν ἐπειδὴ
κατὰ βάθος ἀπεχθανόταν τὴν
μετάνοια, γιατὶ τὴν καταλάβαινε ὡς
ἔλεγχο κι ὄχι ὡς
στεφάνι τῆς ἀρετῆς
του.
Πόσο ὡραῖος στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ φαίνεται ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ συνδυάσῃ καὶ τὰ δύο, ἀρετὲς καὶ μετάνοια. Ἀλλὰ κι ἂν εἶναι νὰ προτιμήσουμε ἕνα ἀπὸ τὰ δύο, ἂς εἶναι τὸ δεύτερο, αὐτὸ ποὺ εἶχε ὁ τελώνης. Γιατὶ τὸ πρῶτο μόνο του δὲν μᾶς σῴζει. Ἐνῷ τὸ δεύτερο καὶ μόνο του ἔστειλε ἀνθρώπους στὸν παράδεισο καὶ τοὺς κατέστησε φίλους τοῦ Θεοῦ, κληρονόμους τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Δημοσίευση σχολίου