ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Πραξ. στ΄ 8 – ζ΄ 5, 47 - 60
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Ματθ. β’ 13 – 23
Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΣΤΗ ΧΑΡΗ
Το γεγονός της γεννήσεως του Κυρίου φέρνει και πάλι η Εκκλησία μας μπροστά στα μάτια της ψυχής μας και μας καλεί να προσκυνήσουμε μαζί με τους ποιμένες και με τους μάγους τον γεννηθέντα βασιλέα και να υμνολογήσουμε μαζί με τις στρατιές των ουρανίων αγγέλων την ενανθρώπηση του Θεού της ειρήνης και της αγάπης. Το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία», ο αγγελικός ύμνος της γεννήσεως, αντηχεί και πάλι τις ημέρες αυτές στους ναούς μας. Στο νεογέννητο βρέφος της Βηθλεέμ αντικρίζουμε τον τεχθέντα Σωτήρα μας, τον ενανθρωπήσαντα Θεό. Σ᾿ αυτό το βρέφος θα αντικρίσουμε την «λύτρωσιν» που «απέστειλεν ο Κύριος τω λαώ αυτού» (Ψαλμ. 110, 9), γιατί μέσα στο βρεφικό του σώμα δεν κρύβεται μόνον ο Θεός, αλλά και το πλήρωμα της σωτηρίας μας, η ανακαίνιση και η θέωση της φθαρτής μας φύσεως, η καινή κτίση· ο άνθρωπος που γίνεται Θεός, αυτό το μυστήριο της σωτηρίας και της λυτρώσεως όλων μας.
Ακριβώς λόγω της θεολογικής της αυτής σπουδαιότητος η εορτή των Χριστουγέννων αποτελεί μαζί με την εορτή του Πάσχα τους δύο μεγάλους πόλους γύρω από τους οποίους στρέφεται το λειτουργικό έτος. Το Πάσχα είναι η κορωνίδα των κινητών και τα Χριστούγεννα των ακινήτων εορτών. Ειδικά δε η εορτή των Χριστουγέννων είναι η «μητρόπολις» των εορτών, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, γιατί το γεγονός που εορτάζουμε κατ᾿ αυτή είναι η προϋπόθεση όλων των άλλων σταθμών της σωτηρίας μας. Αν δεν εγεννάτο ο Χριστός ούτε θα εβαπτίζετο, ούτε θα εδίδασκε και θα εθαυματούργει, ούτε θα έπασχε και θα ανίστατο. Ήδη με τη γέννηση του Χριστού η σωτηρία του γένους μας έχει δυνάμει συντελεσθεί. Η θεία και η ανθρώπινη φύση έχουν ενωθεί εν Χριστώ. Ο Θεός και άνθρωπος Ιησούς Χριστός αποτελεί την ζώσαν εικόνα και την εγγύηση της μελλοντικής εν Χριστώ ανακεφαλαιώσεως των πάντων.
Η σημερινή ημέρα στη λειτουργική γλώσσα καλείται Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα και η Εκκλησία μας εορτάζει, τη μνήμη του Ιωσήφ του μνήστορος, του Ιακώβου του αδελφοθέου και του προφητάνακτος Δαβίδ. Είναι τρία πρόσωπα που σηματοδοτούν το πέρασμα από τον Νόμο στη Χάρη· είναι πρόσωπα τα οποία είχαν ουσιαστική σχέση με τον Χριστό, διότι έζησαν ο καθένας μ᾽ έναν ιδιαίτερο τρόπο το έλεος, τη φιλανθρωπία και τη δόξα Του. Τον γνώρισαν ως «το σωτήριον του Θεού», «πρότερον μεν άσαρκον ως Λόγον» ο Δαβίδ, «ύστερον δε δι᾽ ημάς σεσαρκωμένον» ο Ιωσήφ και ο Ιάκωβος.
Η μετάβαση όμως από τον Νόμο στη Χάρη, από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη, δεν έγινε χωρίς τριγμούς σε πολλές συνειδήσεις. Ο Χριστός για πολλούς ήταν, και εξακολουθεί να είναι, «σημείον αντιλεγόμενον». Αν παρακολουθήσουμε την ιστορία του περιούσιου λαού θα δούμε ότι, σε σχέση με τον Χριστό και την φανέρωση της Βασιλείας Του, εμφανίζονται διάφορες κατηγορίες ανθρώπων. Υπάρχουν αυτοί πού προγεύονται με το προφητικό χάρισμα τούς καρπούς της ενανθρωπήσεως του Κυρίου, όπως ήταν ο Δαβίδ. Υπάρχουν αυτοί που ζούσαν σιωπηλά το πνεύμα του νόμου, αφού ξεπέρασαν το «γράμμα» που «αποκτείνει» και έφθασαν μέχρι την τελειότητα της ευαγγελικής δικαιοσύνης, όπως συνέβη με τον Ιωσήφ.
Εκτός, όμως, από αυτές τις κατηγορίες των ανθρώπων, που είχαν μια θετική στάση απέναντι στο Χριστό, υπήρχαν και υπάρχουν και άλλοι πού εκδήλωσαν αρνητικές διαθέσεις απέναντί Του. Τέτοιοι ήταν οι αρχιερείς των Ιουδαίων, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι και ο Ηρώδης, ο οποίος όταν άκουσε για τη Γέννηση του Χριστού «εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ᾽ αυτού, και συναγαγών πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ᾽ αυτών πού ο Χριστός γεννάται». Η εχθρική τους στάση απέναντι στο πρόσωπο του Θεανθρώπου εκδηλώνεται από τη στιγμή της γεννήσεως και κλιμακωτά αυξάνεται μέχρι τη στιγμή της Σταύρωσης αλλά και μετά από αυτή όταν συνεχίζουν να πολεμούν το γεγονός της Αναστάσεως. Η παρουσία του Χριστού στον κόσμο ενοχλεί την κατηγορία αυτή των ανθρώπων τότε και σήμερα.
Η τιμή των κατά σάρκα συγγενών του Κυρίου μας, που σήμερα η Εκκλησία μάς προβάλλει, σκοπό έχει να τονίσει την ανάγκη να αποκτήσουμε κι εμείς σχέση ουσιαστική, σχέση πνευματική, που καθίσταται ανώτερη από την σαρκική, με τον ίδιο τον Κύριο. Ο Χριστός είπε ότι «μητέρα μου και αδελφοί μου είναι όλοι όσοι ακούουν και πράττουν τον λόγο του Θεού».
Ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται να πλησιάσει διά της μετανοίας και της χάριτος των Αγίων Μυστηρίων την τελειότητα της ευαγγελικής δικαιοσύνης. Τότε μόνο τα Χριστούγεννα αποκτούν στη ζωή μας πραγματικό νόημα και ο εορτασμός τους δεν περιορίζεται σ’ έναν κλειστό εθυμοτυπικό εορταστικό κύκλο. Η Αγία μας Εκκλησία μάς καλεί όχι μόνο να αντικρίσουμε τον Υιό και Λόγο αλλά και να αποκτήσουμε σχέση προσωπική μαζί Του. Αμήν!
Ιεροδιάκονος Οδυσσέας Ασπρομάλλης
Δημοσίευση σχολίου