Καθένας μας μπορεῖ νὰ κρίνει γιὰ τὸ Θεὸ κατὰ τὸ μέτρο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ γνώρισε. Γιατί πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ σκεφτόμαστε καὶ νὰ κρίνουμε γιὰ πράγματα ποὺ δὲν εἴδαμε ἢ δὲν ἀκούσαμε καὶ δὲν ξέρουμε; Οἱ ἅγιοι λένε πὼς εἶδαν τὸ Θεό. Ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ ἄνθρωποι ποὺ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Εἶναι φανερὸ πὼς μιλοῦν ἔτσι, γιατί δὲν Τὸν γνώρισαν, αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει καθόλου πὼς ὁ Θεὸς δὲν ὑπάρχει.
Οἱ ἅγιοι μιλοῦν γιὰ πράγματα ποὺ πραγματικὰ εἶδαν καὶ γνωρίζουν.
Δὲν λένε, γιὰ παράδειγμα, πὼς εἶδαν ἕνα ἄλογο μήκους ἑνὸς χιλιομέτρου ἢ ἕνα πλοῖο δέκα χιλιομέτρων, ποὺ δὲν ὑπάρχουν. Κι ἐγὼ νομίζω, πώς, ἂν δὲν ὑπῆρχε Θεός, δὲν θὰ μιλοῦσαν κὰν γι' Αὐτὸν στὴ γῆ. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ δικό τους θέλημα καὶ γι' αὐτὸ λένε πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός, βεβαιώνοντας ἔτσι μᾶλλον (=περισσότερο) πὼς ὑπάρχει.
Δὲν λένε, γιὰ παράδειγμα, πὼς εἶδαν ἕνα ἄλογο μήκους ἑνὸς χιλιομέτρου ἢ ἕνα πλοῖο δέκα χιλιομέτρων, ποὺ δὲν ὑπάρχουν. Κι ἐγὼ νομίζω, πώς, ἂν δὲν ὑπῆρχε Θεός, δὲν θὰ μιλοῦσαν κὰν γι' Αὐτὸν στὴ γῆ. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ δικό τους θέλημα καὶ γι' αὐτὸ λένε πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός, βεβαιώνοντας ἔτσι μᾶλλον (=περισσότερο) πὼς ὑπάρχει.
Ὅλων τῶν λαῶν ἡ ψυχὴ αἰσθανόταν πὼς ὑπάρχει ὁ Θεός, ἂν καὶ δὲν ἤξεραν νὰ λατρεύουν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως δίδαξε πρῶτα τοὺς προφῆτες, ἔπειτα τοὺς ἀποστόλους, ὕστερα τοὺς ἁγίους πατέρες καὶ ἐπισκόπους μας, κι ἔτσι ἔφτασε ὡς ἐμᾶς ἡ ἀληθινὴ πίστη. Ἐμεῖς γνωρίσαμε τὸν Κύριο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, Καὶ ὅταν Τὸν γνωρίσαμε, τότε στερεώθηκε σ' Αὐτὸν ἡ ψυχή μας.