Μέ
τόν μεγάλο Ἅγιο τῆς Ὀρθοδοξίας, τόν Ὅσιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἔχουμε
ἀσχοληθεῖ καί κατά τό παρελθόν. Τό 1984 δημοσιεύσαμε στόν «ΚΗΡΥΚΑ» ἄρθρο μέ τόν τίτλο «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» (τ. 1984, σελ. 154 – 156). Ἐκεῖ, αναφερόμενοι στό θέμα τῶν ἁγίων Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Πατρός, εἴχαμε γράψει τά ἀκόλουθα:
«Ἡ
περίφημος Μονή τοῦ Σάρωφ, καταστάσα μετά τήν ἀνακήρυξιν τοῦ ἁγ.
Σεραφείμ πανρωσικόν προσκύνημα καί ὡς θησαυρόν κατέχουσα τό τίμιον αὐτοῦ
Λείψανον καί τά προσωπικά του ἀντικείμενα, προεκάλεσεν μετά τήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1917 τήν μῆνιν τῶν ἀθεϊστῶν,
οἱ ὁποῖοι καί κατέστρεψαν αὐτήν δι’ ἐκρηκτικῶν καί ἐκσκαφέων. Οὕτω
ἐχάθη λαμπρόν μνημεῖον Χριστιανικῆς Τέχνης, τό σπουδαιότερον δέ
κατεστράφησαν αἱ καλύβαι τοῦ Ὁσίου, ὡς καί τό θαυματουργόν Ἁγίασμά του,
τό δέ τίμιον αὐτοῦ Λείψανον «ἐχάθη».Τό 1989, μέ τήν εὐκαιρία τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Χιλιετηρίδος τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπανήλθαμε στό θέμα μέ τήν δημοσίευση στόν «ΚΗΡΥΚΑ» ἄρθρου μέ τόν τίτλο «Ἡ καταστροφή τῶν μεγάλων Μονῶν Σάρωφ καί Ντιβίγιεβο» (τ. 1989, σελ. 115 –117). Ἐκεῖ παρουσιάσαμε τά σχετικά μέ τήν τύχη τῶν Ἱερῶν Λειψάνων στοιχεῖα, ὅπως αὐτά εἶδαν ἀρχικά τό φῶς τῆς δημοσιότητος στό Ρωσικό περιοδικό τῆς Διασπορᾶς “Messager of the Russ” (τ. 1934, φ. Μαϊου - Ἰουνίου, σελ. 20).
Ἀπό τά στοιχεῖα αὐτά προέκυπτε, ὅτι μετά τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, «τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μετεφέρθησαν εἰς τήν Μόσχαν, εἰς τό Ἀντιθρησκευτικόν Μουσεῖον Ronyantsev καί μέςῳ τῶν ἐφημερίδων ἀνακοινώθηκε, ὅτι ὅποιος ἐπιθυμῆ νά τά ἐπισκεφθῆ εἶναι ἐλεύθερος. Ὁ πιστός λαός, παρά τό γεγονός ὅτι τό εἰσητήριο στοίχιζε τρία ρούβλια, ἄρχισε νά συρρέη, νά τιμᾶ τά Λείψανα, νά προσεύχεται, νά γονατίζει. Ἀναφέρονται μάλιστα ἰάσεις τήν περίοδο ἐκείνη. Τότε οἱ ἀθεϊστές, βλέποντας ὅτι ὄχι μόνον δέν διακωμωδοῦνται τά Λείψανα, ἀλλά τιμῶνται, ἀποφάσισαν νά τά μεταφέρουν εἰς τήν πόλι Πέζνα. Πολλοί πού πῆγαν εἰς τήν Πέζνα πληροφορήθηκαν, ὅτι τά Λείψανα δέν εὐρίσκοντο ἐκεῖ. Ἔτσι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ «ἐκρύβησαν» καί κανείς δέν γνωρίζη πλέον τι ἀπέγιναν».
Στό δημοσίευμά μας ἐκεῖνο - ἀλλά προηγουμένως στή διάλεξη καί προβολή μέ θέμα τόν βίο καί τό μήνυμα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, πού ἔγινε στό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο Περιστερίου, τήν 2α Ἰανουαρίου 1989 (ἐκδήλωση πού ἐπαναλήφθηκε τήν 15. 3. 1989 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγ. Ματθαίου Μάνδρας, τήν 18. 7. 1989 στίς Ἐκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις Οἰνόης, τήν 1. 1. 1990 στόν Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Μενιδίου καί τήν 11. 2. 1991 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Μεγάρων) - ὑποστηρίξαμε τήν «εὑρύτατα γνωστή καί εἰς τήν Ρωσία καί τήν τήν Δύσι ἄποψη, ὅτι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ ἐκλάπησαν καί ἐκρύβησαν ἀπό μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν», βασιζόμενοι στήν προσωπική μαρτυρία Ρώσων φυγάδων («Κ.Γ.Ο.», τ. 1989, σελ. 116).
Στίς ἀρχές αὐτοῦ τοῦ χρόνου, μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση πληροφορηθήκαμε ἀπό τούς Ρώσους αὐταδέλφους Μοναχούς π. Γκλέμπ καί π. Ἰάκωβο (οἱ ὁποῖοι σπουδάζουν στήν Ἀθήνα), τό θαυμαστό γεγονός τῆς εὑρέσεως τῶν ἁγίων Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, στό κάποτε Λένινγκραντ καί ἤδη Ἁγία Πετρούπολι. Τόν Μάρτιο, οἱ πράγματι συγκλονιστικές πληροφορίες τῆς εὑρέσεως, ἐπισημοποιήθηκαν μέ δημοσίευμα τοῦ Γενναδίου Μπελοβόλωφ (ἐπιστημονικοῦ συνεργάτη τοῦ Μουσείου Ντοστογιέφσκυ), στό Περιοδικό «Ρωσική Σκέψις» (φ. 3871, 22. 3. 1991). Τό κείμενο αὐτό - πού ἀπέδωσε στήν ἑλληνική ὁ Ἀρχιμανδρίτης Τιμόθεος Σακκᾶς, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Παρακλήτου – δημοσίευσαν τά Περιοδικά «Ἁγιορειτική Μαρτυρία» τῆς Μονῆς Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὄρους (φ. 11, 1991, σελ. 108, μέ τόν τίτλο «Πάσχα μέσα στό Ρωσικό χειμῶνα») καί «Πειραϊκή Ἐκκλησία» τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς (φ. Ἰουνίου 1991, σελ. 10 – 14, μέ τόν τίτλο «Χειμωνιάτικο Πάσχα στή Ρωσία»).
Κατά
τόν Γ. Μπελοβόλωφ, τό 1920 οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τό μοναστήρι τοῦ
Σάρωφ. Οἱ κομισσάριοι πῆραν τά ἅγια Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ καί τά
μετέφεραν ἄγνωστο ποῦ. Ἀπό τότε τίποτα δέν ἔγινε γνωστό γι’αὐτά πέρα ἀπό
τήν προφητεία τοῦ ἰδίου τοῦ Ὁσίου, ὅτι «σωματικά δέν θά ἐπανέλθει στό Σάρωφ, ἀλλά τό Ντιβίγιεβο θά δοξαστεῖ»!
Ἤδη ὅμως, στά χρόνια τῆς «γκλάσνοστ – διαφάνειας», κατωρθώθηκε νά βρεθοῦν κάποια ντοκουμέντα, σύμφωνα μέ τά ὁποῖα τά ἅγια Λείψανα μετά τήν ἀφαίρεσή τους ἀπό τήν μονή τοῦ Σάρωφ, παραδόθηκαν στό Ἀντιθρησκευτικό Μουσεῖο Τεχνῶν τῆς Μόσχας, πού στεγάζοταν στή Μονή Ντόνσκοϊ. Τό μουσεῖο αὐτό ἔκλεισε γύρω στό 1930, ὁπότε τά Λείψανα παραδόθηλαν στό Κεντρικό Ἀθεϊστικό Μουσεῖο τῆς Μόσχας. Ἀλλά καί αὐτό τοῦ μουσεῖο ἔκλεισε τό 1946. Ἀπό τό ἔτος αὐτό τά ἴχνη τῶν Λειψάνων χάθηκαν.
Ἀπό τό κείμενό του ὁ Γ. Μπελοβόλωφ φαίνεται νά ἀγνοεῖ σειρά στοιχείων σχετικῶν μέ τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, στοιχείων δημοσιευμένων ἀπό ἐτῶν σέ ἐφημερίδες καί περιοδικά τῆς Δύσεως (ὄχι ἀποκλειστικά τοῦ χώρου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς), ἀλλά καί τῆς Ἑλλάδος. Δικαιολογεῖται ὅμως λόγῳ τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν στήν διακίνηση ἰδεῶν καί εἰδήσεων πού ἐπικρατοῦσαν μέχρι πρότινος στή χώρα του. Δέν ἔχει ἄλλωστε ἰδιαίτερη σημασία ἄν τό Σάρωφ ἔκλεισε τό 1920 ἤ τό 1927. Κατά τήν περίοδο πάντως τῆς ἀφάνειας τῶν ἁγίων Λειψάνων (1946 – 1990), ἴσως κάπου ἐμφανίζεται στό προσκήνιο τῆς ὑποθέσεως ἡ Ρωσική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, στό πρόσωπο κάποιου πιστοῦ Της πού «ἔκλεψε» κάποια στιγμή τά Λείψανα - γιά νά τά πάρουν στή συνέχεια καί πάλι οἱ Σοβιετικοί, μέ ἄγνωστο σέ μᾶς τρόπο - ἤ στό πρόσωπο κάποιου μέλους Της, ὑπαλλήλου ἑνός τῶν τόσων μουσείων στά ὁποῖα ἐκτέθηκαν τά Λείψανα ἤ δημοσίου λειτουργοῦ πού κάποια στιγμή προστάτευσε τόν θησαυρό αὐτό. Ἡ συσκευασία πάντως τῶν Λειψάνων πού βρέθηκαν ἀποδεικνύει, ὅτι κάποιος προσπάθησε νά τά διαφυλλάξει καί ὄχι νά τά διαπομπεύσει.
Ἡ εὕρεση – πάντως – τῶν Ἁγίων Λειψάνων, κάτω ἀπό τι συνθῆκες μέ τίς ὁποίες ἔγινε, ἀποτελεῖ γεγονός θαυμαστό καί βεβαίως ὄχι τυχαῖο.
Κατά τόν Γ. Μπελοβόλωφ στίς ἀρχές Νοεμβρίου 1990, κάποιοι ὑπάλληλοι τοῦ Μουσείου Θρησκειῶν καί Ἀθεϊας τῆς Πετρουπόλεως (τό ὁποῖο στεγάζεται στόν περίφημο Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν), ἀνακάλυψαν στό τμῆμα ταπήτων ἕνα ἄγνωστο ἀντικείμενο, στό ὁποῖο κανείς μέχρι τότε δέν εἶχε δόσει σημασία. Τό ἀντικείμενο ἐκεῖνο εἶχε σχῆμα ὀρθογώνιο καί ἦταν τυλιγμένο σέ πανί, ραμμένο καλά. Στά χέρια ὑπῆρχαν γάντια καί στά πόδια μπότες.
Ὅταν οἱ ὑπάλληλοι ἀφαίρεσαν τό πανί, εἶδαν μία μικρή ξύλινη βάση κι ἐπάνω της – καλυμμένο μέ βαμβάκι καί τυλιγμένο μέ ἐπιδέσμους – τό Λείψανο ἑνός, ἀγνώστου ἀκόμη, Ἁγίου. Ὅλα τά ὀστά ἦσαν στή θέση τους, ἀλλά ἕνα πλευρό καί ἡ λεκάνη ἦταν σπασμένα. Ἡ κάρα εἶχε τά μαλλιά καί τά γένεια. Ὁ ὑπάλληλος τοῦ μουσείου Σέργιος Νικολάγιεβιτς Παύλωφ, παρών κατά τήν εὕρεση τῶν Λειψάνων, διηγεῖται πῶς ὅταν ἔβγαλαν ἀπό τά χέρια τά δύο λευκά ἐπιμάνικα ἀπό ἀτλάζι, διάβασαν τήν χρυσοκεντημένη φράση «Ἅγιε Πάτερ Σεραφείμ, πρέσβευε τῶ Θεῶ ὑπέρ ἡμῶν» (στά Ρωσικά). «Ὅταν εἶδα τό ὄνομα Σεραφείμ –συμπλήρωσε ὁ Σ. Ν. Παύλωφ – κατάλαβα ἀμέσως ποιόν βρήκαμε. Διότι ἐμεῖς ἔχουμε ἕναν μόνο Σεραφείμ». Ἀκόμη, στό στῆθος τοῦ Λειψάνου ὑπῆρχε ὁ σταυρός πού εἶχε δώσει εὐλογία στό νεαρό Πρόχορο ἡ μητέρα του, ὅταν ἔφυγε γιά τό μοναστήρι!
Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῶν Μοναχῶν Γκλέμπ καί Ἰακώβου κατά τήν εὕρεση βρέθηκε ἕνα ἀκόμη ἀποδεικτικό τῆς ταυτότητος τῶν Λειψάνων, μία πινακίδα πού ἔγραφε: «Αὐτό εἶναι τό πτῶμα τοῦ δῆθεν ἁγ. Σεραφείμ». Πρόκειται μᾶλλον γιά συνοδευτικό τῶν πολλαπλῶν ἐκθέσεων τῶν Λειψάνων σέ ἀντιθρησκευτικά μουσεῖα.
Ἡ ἐπίσημη παράδοση τῶν Λειψάνων στό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἔγινε τήν 4η μ.μ. τῆς 11ης Ἰανουαρίου 1991, στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τό παρέλαβε ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀλέξιος Β’. Προηγουμένως, τά μεσάνυκτα τῆς 10ος πρός 11η Ἰανουαρίου, «μία φοβερή βροντή ἀνκούστηκε στίς χιονισμένες ἐκτάσεις πού διασχίζει ὁ ποταμός Νέβας κι ἕνας κεραυνός φώτισε ἀστραπιαῖα ὅλη τήν Πετρούπολη. Ἡ βροντή ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε πολλοί πετάχθηκαν τρομαγμένοι ἀπό τόν ὕπνο καί ἔτρεξαν νά κοιτάξουν ἀπό τά παράθυρα. Ἡ πρώτη σκέψη πού γεννήθηκε ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο γιά κάποια ἔκρηξη ἤ καταστροφή».
Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἀπροσδόκητα νά ἀνεβαίνει ἡ στάθμη τοῦ Νέβα. «Τά νερά του, κυριολεκτικά μπροστά στά μάτια τους – γράφει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - ἀνέβηκαν δύο μέτρα ψηλότερα…Μ’ ἕνα τέτοιο σημεῖο ἀνήγγειλε ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ τήν ἐπανεύρεση τῶν Ἁγίων Λειψάνων του στήν παλαιά πρωτεύουσα τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορίας».
Ὁ Ρωσικός λαός ὑποδέχθηκε τό γεγονός μέ ἰδιαίτερα θερμές ἐκδηλώσεις τιμῆς. «Ἡ χαρά τῆς εὑρέσεως τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ – συνεχίζει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - μπορεῖ νά συγκριθεῖ μόνο μέ τήν Πασχαλινή χαρά. Μόνο πού τώρα δέν ἦταν καλοκαιρινό, ἀλλά χειμωνιάτικο «Πάσχα»… Μπροστά στά Ἅγια Λείψανα – πού τοποθετήθηκαν στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι, στήν ὁμώνυμη Λαύρα – διαβάζονταν καθημερινά ὁ Ἀκάθιστος στόν Ὅσιο. Ἐπίσης μπορούσατε νά ἀκούσετε τούς χαρμόσυνους χαιρετισμούς «Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη». Εἶναι οἱ ἴδιοι χαιρετισμοί μέ τούς ὁποίους ὁ Μπάτουσκα Σεραφείμ χαιρετοῦσε ὅλους ὅσοι τόν πλησίαζαν, σέ κάθε ἐποχή τοῦ ἔτους».
Μέ
ἰδιαίτερες ἐπίσης τιμές τά Λείψανα τοῦ Ὁσίου ἔφθασαν τήν 9η Φεβρουαρίου
στή Μόσχα, στό Ναό τοῦ Ἐλέχοβο. Οἱ μεγαλύτερες ὅμως τελετές ἔγιναν τόν
παρελθόντα Ἰούλιο (1991), ὅταν ἡ λιτανευτική πομπή διήνυσε 800
χιλιόμετρα γιά νά φθάσει στή Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο, γιά νά ἑορτασθεῖ
ἐπίσημα ἡ Ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ (1903), τήν 19η
Ἰουλίου.
Σχετικά μέ τό γεγονός ὁ Ὅσιος εἶχε προφητεύσει, ὅτι «ὁ ταπεινός Σεραφείμ θά ἐπανέλθει στό Ντιβίγιεβο καί τότε θά τελειώσουν τά βάσανα τῆς Ρωσίας».
Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τότε (1991) ὑπῆρχε στό Ντιβίγιεβο μία μοναχή πού ἔζησε τόν Ἅγιο, ἡ αἰωνόβια ἀδελφή Μαργαρίτα (κοιμήθηκε τό 1997). Ὁ ὅσ. Σεραφείμ πρίν τήν κοίμησή του, εἶχε δώσει στίς μοναχές ἕνα κερί λέγοντας: «Μέ αὐτό θά μέ ὑποδεχθεῖτε κάποτε»! Οἱ μοναχές κράτησαν τό κερί καί κάθε μία φύλακας τό παρέδειδε στήν ἑπομένη. Ἔτσι τό κερί ἔφθασε στήν μ. Μαργαρίτα καί μέ αὐτό ὑποδέχθηκαν τό Λείψανο τό 1991!
Σήμερα τά χαριτόβρυτα Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ φυλάσσονται στή γυναικεία Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο, ὅπου τιμῶνται ἀπό τούς πιστούς Ὀρθοδόξους, ὄχι μόνο τῆς Ρωσίας, ἀλλά τῆς ἀνά τήν οἰκουμένη Ἐκκλησίας. Στήν Ἑλλάδα ἀποτμήματα τῶν Λειψάνων του φυλάσσονται στή Μονή ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου Πενταλόφου Κιλκίς καί στό Ναό ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς. Ἀκόμη, στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς, φυλάσσεται μικρό μέρος ἀπό τό δερμάτινο κομποσχοῖνι τοῦ Ὁσίου. Τέλος εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι τό 2009 ἀπότμημα τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μεταφέρθηκε ἀπό τήν Μονή Ντιβίγιεβο στήν Ἑλλάδα καί ἐκτέθηκε στό Ναό Παναγίας Σουμελᾶ Ἀχαρνῶν, ὅπου ἔσπευσαν νά τό προσκυνήσουν χιλιάδες πιστῶν ἀπό ὅλη τήν χώρα, ἀλλά καί τό ἐξωτερικό.
Ὁ Γ. Μπελοβόλωφ κλείνει τό δημοσίευμά του μέ τά ἐξῆς χαρακτηριστικά: «Μπροστά
στά Ἅγια Λείψανα θέλω κι ἐγώ νά φωνάξω πρός ὅλους: «Χριστός Ἀνέστη
μητέρα Ρωσία. Χριστός Ἀνέστη πολύπαθη Ρωσία. Ἀνέστη ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ
πού πόνεσε γιά σένα. Θά ἀναστηθεῖς κι ἐσύ, ἀγαπημένη μου πατρίδα, ἔστω
κι ἄν ὁ χειμῶνας δέν πέρασε».
Οἱ προφητείες τοῦ ἁγ. Σεραφείμ ἔχουν ἐκπληρωθεῖ σχεδόν ὅλες μέ χαρακτηριστική ἀκρίβεια. Στό Σαρώφ σωματικά πράγματι δέν ἐπέστρεψε ποτέ, διότι τό περίφημο μοναστήρι μετατράπηκε – τελικά - ἀπό τούς Σοβιετικούς σέ πυρηνικό ἐργοστάσιο καί συνεχίζει νά εἶναι ἀπαγορευμένη ζώνη. Ἐπέστρεψε ὅμως στό Ντιβίγιεβο, τήν Σεραφείμια γυναικεία μονή – τό ὁποῖο κατά τήν προφητεία του δοξάσθηκε καί σήμερα (2009) ἀριθμεῖ πλέον τῶν 200 μοναζουσῶν (τό 1995 ἀριθμοῦσε 210 μοναχές ὑπό τήν Ἡγουμένη Σεργία).
Μετά τήν μεταφορά τοῦ Λειψάνου του στό Ντιβίγιεβο ὁ ὅσ. Σεραφείμ προφήτευσε, ὅτι «θά ἀρχίσει τό κήρυγμα τῆς παγκοσμίου μετανοίας».
Ἡ προφητεία αὐτή δέν ἔχει ἀκόμη ἐκπληρωθεῖ. Τά γεγονότα στήν τέως
Σοβιετική Ἕνωση μποροῦν νά θεωρηθοῦν σάν Ρωσική ἐθνική μετάνοια, ἀλλά
ὄχι παγκόσμια. Τήν 19η Ἰουλίου 1991 τά Λείψανα μεταφέρθηκαν στό
Ντιβίγιεβο. Τήν 6η Αὐγούστου ἕνα πραξηκόπημα ἀνέτρεψε τόν Σοβιετικό
Ἡγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Λίγες ἡμέρες μετά τήν ἀποτυχία τοῦ κινήματος,
ἄρχισαν ραγδαῖες πολιτικό – κοινωνικές ἐξελίξεις. Καταργήθηκε ὁ
Κομμουνισμός, κατέρρευσε τό ἀθεϊστικό καθεστώς πού εἶχε ὀνομάσει τήν
θρησκεία ὄπιο τοῦ λαοῦ, ἔπεσαν οἱ «θεοί» τοῦ Ἐρυθροῦ «παραδείσου»,
ἀπομυθοποιήθηκαν ἰδέες καί πρόσωπα, ἔγιναν τόσα πού συνθέτουν ὄχι ἁπλᾶ
μία πολιτική ἀλλαγή, ἀλλά μία μεταστροφή τῶν τέως Σοβιετικῶν λαῶν
(Ρώσων, Οὐκρανῶν, Γεωργιανῶν, κ.λ.π.) πρός τήν ἱστορικά Ὀρθόδοξη
ταυτότητά τους, τήν ὁποία ὁ ἀθεϊσμός προσπάθησε βίαια νά μεταβάλλει.
«Ὁ Κομμουνισμός ξεπεράσθηκε - ἔγραψε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ὡς Μητροπολίτης Δημητριάδος -ἔμεινε ὅμως ἡ θρησκεία. Καί ἔμεινε ἀφοῦ ἐπεβίωσε μακρῶν περιόδων διωγμῶν, πού σέ περιπτώσεις ξεπέρασαν σέ ὀξύτυτα καί αὐτούς τούς Νερώνειους. Ἀπέδειξε ὁ Χριστιανισμός, ὅτι ἔχει ἀπό Θεοῦ τήν προέλευση, γιατί κατ’ ἄνθρωπον, μέ τά ἀνθρώπινα μέτρα, δέν θά ἔπρεπε νά ζῆ. Κι ὅμως σήμερα εἶναι ὁ θριαμβευτής» (Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», φ. Ἰουλίου – Αὐγούστου 1991, σελ. 51).
Νικητής, λοιπόν, ὁ Χριστιανικός λαός στήν τέως Σοβιετική Ἕνωση, φαίνεται νά μετανοεῖ. Κατακλύζει τούς ναούς, ἀναστηλώνει ναούς καί μοναστήρια, θέλει τούς ἡγέτες του στήν Ἐκκλησία (καί τούς εἶδε στό πρόσωπο τῶν Γιέλτσιν καί Ποπώφ – παλαιότερα – καί τῶν Πούτιν καί Μεντβέντεφ σήμερα). Μένει ἔγκαιρα νά ἀντιληφθεῖ, ὅτι «ὁ κόσμος αὐτός (ὁ Δυτικός) τῆς ἀφθονίας καί τῆς καταναλώσεως, τελικά δέν εἶναι ἰδεώδης, οὐτε προσφέρεται νά ἀποτελέσει μοντέλο γιά τήν δημιουργία μιᾶς ἀνθρώπινης κοινωνίας, γιατί κι αὐτός πλήττεται ἀπό πελώρια ἠθική κρίση καί οἱ ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ του εἶναι ἐξευτελισμένες ἀπό καιρό» (Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», αὐτ. σελ. 52).
Ἀπό τά στοιχεῖα αὐτά προέκυπτε, ὅτι μετά τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, «τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μετεφέρθησαν εἰς τήν Μόσχαν, εἰς τό Ἀντιθρησκευτικόν Μουσεῖον Ronyantsev καί μέςῳ τῶν ἐφημερίδων ἀνακοινώθηκε, ὅτι ὅποιος ἐπιθυμῆ νά τά ἐπισκεφθῆ εἶναι ἐλεύθερος. Ὁ πιστός λαός, παρά τό γεγονός ὅτι τό εἰσητήριο στοίχιζε τρία ρούβλια, ἄρχισε νά συρρέη, νά τιμᾶ τά Λείψανα, νά προσεύχεται, νά γονατίζει. Ἀναφέρονται μάλιστα ἰάσεις τήν περίοδο ἐκείνη. Τότε οἱ ἀθεϊστές, βλέποντας ὅτι ὄχι μόνον δέν διακωμωδοῦνται τά Λείψανα, ἀλλά τιμῶνται, ἀποφάσισαν νά τά μεταφέρουν εἰς τήν πόλι Πέζνα. Πολλοί πού πῆγαν εἰς τήν Πέζνα πληροφορήθηκαν, ὅτι τά Λείψανα δέν εὐρίσκοντο ἐκεῖ. Ἔτσι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ «ἐκρύβησαν» καί κανείς δέν γνωρίζη πλέον τι ἀπέγιναν».
Στό δημοσίευμά μας ἐκεῖνο - ἀλλά προηγουμένως στή διάλεξη καί προβολή μέ θέμα τόν βίο καί τό μήνυμα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, πού ἔγινε στό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο Περιστερίου, τήν 2α Ἰανουαρίου 1989 (ἐκδήλωση πού ἐπαναλήφθηκε τήν 15. 3. 1989 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγ. Ματθαίου Μάνδρας, τήν 18. 7. 1989 στίς Ἐκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις Οἰνόης, τήν 1. 1. 1990 στόν Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Μενιδίου καί τήν 11. 2. 1991 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Μεγάρων) - ὑποστηρίξαμε τήν «εὑρύτατα γνωστή καί εἰς τήν Ρωσία καί τήν τήν Δύσι ἄποψη, ὅτι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ ἐκλάπησαν καί ἐκρύβησαν ἀπό μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν», βασιζόμενοι στήν προσωπική μαρτυρία Ρώσων φυγάδων («Κ.Γ.Ο.», τ. 1989, σελ. 116).
Στίς ἀρχές αὐτοῦ τοῦ χρόνου, μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση πληροφορηθήκαμε ἀπό τούς Ρώσους αὐταδέλφους Μοναχούς π. Γκλέμπ καί π. Ἰάκωβο (οἱ ὁποῖοι σπουδάζουν στήν Ἀθήνα), τό θαυμαστό γεγονός τῆς εὑρέσεως τῶν ἁγίων Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, στό κάποτε Λένινγκραντ καί ἤδη Ἁγία Πετρούπολι. Τόν Μάρτιο, οἱ πράγματι συγκλονιστικές πληροφορίες τῆς εὑρέσεως, ἐπισημοποιήθηκαν μέ δημοσίευμα τοῦ Γενναδίου Μπελοβόλωφ (ἐπιστημονικοῦ συνεργάτη τοῦ Μουσείου Ντοστογιέφσκυ), στό Περιοδικό «Ρωσική Σκέψις» (φ. 3871, 22. 3. 1991). Τό κείμενο αὐτό - πού ἀπέδωσε στήν ἑλληνική ὁ Ἀρχιμανδρίτης Τιμόθεος Σακκᾶς, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Παρακλήτου – δημοσίευσαν τά Περιοδικά «Ἁγιορειτική Μαρτυρία» τῆς Μονῆς Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὄρους (φ. 11, 1991, σελ. 108, μέ τόν τίτλο «Πάσχα μέσα στό Ρωσικό χειμῶνα») καί «Πειραϊκή Ἐκκλησία» τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς (φ. Ἰουνίου 1991, σελ. 10 – 14, μέ τόν τίτλο «Χειμωνιάτικο Πάσχα στή Ρωσία»).
Ἤδη ὅμως, στά χρόνια τῆς «γκλάσνοστ – διαφάνειας», κατωρθώθηκε νά βρεθοῦν κάποια ντοκουμέντα, σύμφωνα μέ τά ὁποῖα τά ἅγια Λείψανα μετά τήν ἀφαίρεσή τους ἀπό τήν μονή τοῦ Σάρωφ, παραδόθηκαν στό Ἀντιθρησκευτικό Μουσεῖο Τεχνῶν τῆς Μόσχας, πού στεγάζοταν στή Μονή Ντόνσκοϊ. Τό μουσεῖο αὐτό ἔκλεισε γύρω στό 1930, ὁπότε τά Λείψανα παραδόθηλαν στό Κεντρικό Ἀθεϊστικό Μουσεῖο τῆς Μόσχας. Ἀλλά καί αὐτό τοῦ μουσεῖο ἔκλεισε τό 1946. Ἀπό τό ἔτος αὐτό τά ἴχνη τῶν Λειψάνων χάθηκαν.
Ἀπό τό κείμενό του ὁ Γ. Μπελοβόλωφ φαίνεται νά ἀγνοεῖ σειρά στοιχείων σχετικῶν μέ τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, στοιχείων δημοσιευμένων ἀπό ἐτῶν σέ ἐφημερίδες καί περιοδικά τῆς Δύσεως (ὄχι ἀποκλειστικά τοῦ χώρου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς), ἀλλά καί τῆς Ἑλλάδος. Δικαιολογεῖται ὅμως λόγῳ τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν στήν διακίνηση ἰδεῶν καί εἰδήσεων πού ἐπικρατοῦσαν μέχρι πρότινος στή χώρα του. Δέν ἔχει ἄλλωστε ἰδιαίτερη σημασία ἄν τό Σάρωφ ἔκλεισε τό 1920 ἤ τό 1927. Κατά τήν περίοδο πάντως τῆς ἀφάνειας τῶν ἁγίων Λειψάνων (1946 – 1990), ἴσως κάπου ἐμφανίζεται στό προσκήνιο τῆς ὑποθέσεως ἡ Ρωσική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, στό πρόσωπο κάποιου πιστοῦ Της πού «ἔκλεψε» κάποια στιγμή τά Λείψανα - γιά νά τά πάρουν στή συνέχεια καί πάλι οἱ Σοβιετικοί, μέ ἄγνωστο σέ μᾶς τρόπο - ἤ στό πρόσωπο κάποιου μέλους Της, ὑπαλλήλου ἑνός τῶν τόσων μουσείων στά ὁποῖα ἐκτέθηκαν τά Λείψανα ἤ δημοσίου λειτουργοῦ πού κάποια στιγμή προστάτευσε τόν θησαυρό αὐτό. Ἡ συσκευασία πάντως τῶν Λειψάνων πού βρέθηκαν ἀποδεικνύει, ὅτι κάποιος προσπάθησε νά τά διαφυλλάξει καί ὄχι νά τά διαπομπεύσει.
Ἡ εὕρεση – πάντως – τῶν Ἁγίων Λειψάνων, κάτω ἀπό τι συνθῆκες μέ τίς ὁποίες ἔγινε, ἀποτελεῖ γεγονός θαυμαστό καί βεβαίως ὄχι τυχαῖο.
Κατά τόν Γ. Μπελοβόλωφ στίς ἀρχές Νοεμβρίου 1990, κάποιοι ὑπάλληλοι τοῦ Μουσείου Θρησκειῶν καί Ἀθεϊας τῆς Πετρουπόλεως (τό ὁποῖο στεγάζεται στόν περίφημο Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν), ἀνακάλυψαν στό τμῆμα ταπήτων ἕνα ἄγνωστο ἀντικείμενο, στό ὁποῖο κανείς μέχρι τότε δέν εἶχε δόσει σημασία. Τό ἀντικείμενο ἐκεῖνο εἶχε σχῆμα ὀρθογώνιο καί ἦταν τυλιγμένο σέ πανί, ραμμένο καλά. Στά χέρια ὑπῆρχαν γάντια καί στά πόδια μπότες.
Ὅταν οἱ ὑπάλληλοι ἀφαίρεσαν τό πανί, εἶδαν μία μικρή ξύλινη βάση κι ἐπάνω της – καλυμμένο μέ βαμβάκι καί τυλιγμένο μέ ἐπιδέσμους – τό Λείψανο ἑνός, ἀγνώστου ἀκόμη, Ἁγίου. Ὅλα τά ὀστά ἦσαν στή θέση τους, ἀλλά ἕνα πλευρό καί ἡ λεκάνη ἦταν σπασμένα. Ἡ κάρα εἶχε τά μαλλιά καί τά γένεια. Ὁ ὑπάλληλος τοῦ μουσείου Σέργιος Νικολάγιεβιτς Παύλωφ, παρών κατά τήν εὕρεση τῶν Λειψάνων, διηγεῖται πῶς ὅταν ἔβγαλαν ἀπό τά χέρια τά δύο λευκά ἐπιμάνικα ἀπό ἀτλάζι, διάβασαν τήν χρυσοκεντημένη φράση «Ἅγιε Πάτερ Σεραφείμ, πρέσβευε τῶ Θεῶ ὑπέρ ἡμῶν» (στά Ρωσικά). «Ὅταν εἶδα τό ὄνομα Σεραφείμ –συμπλήρωσε ὁ Σ. Ν. Παύλωφ – κατάλαβα ἀμέσως ποιόν βρήκαμε. Διότι ἐμεῖς ἔχουμε ἕναν μόνο Σεραφείμ». Ἀκόμη, στό στῆθος τοῦ Λειψάνου ὑπῆρχε ὁ σταυρός πού εἶχε δώσει εὐλογία στό νεαρό Πρόχορο ἡ μητέρα του, ὅταν ἔφυγε γιά τό μοναστήρι!
Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῶν Μοναχῶν Γκλέμπ καί Ἰακώβου κατά τήν εὕρεση βρέθηκε ἕνα ἀκόμη ἀποδεικτικό τῆς ταυτότητος τῶν Λειψάνων, μία πινακίδα πού ἔγραφε: «Αὐτό εἶναι τό πτῶμα τοῦ δῆθεν ἁγ. Σεραφείμ». Πρόκειται μᾶλλον γιά συνοδευτικό τῶν πολλαπλῶν ἐκθέσεων τῶν Λειψάνων σέ ἀντιθρησκευτικά μουσεῖα.
Ἡ ἐπίσημη παράδοση τῶν Λειψάνων στό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἔγινε τήν 4η μ.μ. τῆς 11ης Ἰανουαρίου 1991, στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τό παρέλαβε ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀλέξιος Β’. Προηγουμένως, τά μεσάνυκτα τῆς 10ος πρός 11η Ἰανουαρίου, «μία φοβερή βροντή ἀνκούστηκε στίς χιονισμένες ἐκτάσεις πού διασχίζει ὁ ποταμός Νέβας κι ἕνας κεραυνός φώτισε ἀστραπιαῖα ὅλη τήν Πετρούπολη. Ἡ βροντή ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε πολλοί πετάχθηκαν τρομαγμένοι ἀπό τόν ὕπνο καί ἔτρεξαν νά κοιτάξουν ἀπό τά παράθυρα. Ἡ πρώτη σκέψη πού γεννήθηκε ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο γιά κάποια ἔκρηξη ἤ καταστροφή».
Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἀπροσδόκητα νά ἀνεβαίνει ἡ στάθμη τοῦ Νέβα. «Τά νερά του, κυριολεκτικά μπροστά στά μάτια τους – γράφει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - ἀνέβηκαν δύο μέτρα ψηλότερα…Μ’ ἕνα τέτοιο σημεῖο ἀνήγγειλε ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ τήν ἐπανεύρεση τῶν Ἁγίων Λειψάνων του στήν παλαιά πρωτεύουσα τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορίας».
Ὁ Ρωσικός λαός ὑποδέχθηκε τό γεγονός μέ ἰδιαίτερα θερμές ἐκδηλώσεις τιμῆς. «Ἡ χαρά τῆς εὑρέσεως τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ – συνεχίζει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - μπορεῖ νά συγκριθεῖ μόνο μέ τήν Πασχαλινή χαρά. Μόνο πού τώρα δέν ἦταν καλοκαιρινό, ἀλλά χειμωνιάτικο «Πάσχα»… Μπροστά στά Ἅγια Λείψανα – πού τοποθετήθηκαν στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι, στήν ὁμώνυμη Λαύρα – διαβάζονταν καθημερινά ὁ Ἀκάθιστος στόν Ὅσιο. Ἐπίσης μπορούσατε νά ἀκούσετε τούς χαρμόσυνους χαιρετισμούς «Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη». Εἶναι οἱ ἴδιοι χαιρετισμοί μέ τούς ὁποίους ὁ Μπάτουσκα Σεραφείμ χαιρετοῦσε ὅλους ὅσοι τόν πλησίαζαν, σέ κάθε ἐποχή τοῦ ἔτους».
Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τότε (1991) ὑπῆρχε στό Ντιβίγιεβο μία μοναχή πού ἔζησε τόν Ἅγιο, ἡ αἰωνόβια ἀδελφή Μαργαρίτα (κοιμήθηκε τό 1997). Ὁ ὅσ. Σεραφείμ πρίν τήν κοίμησή του, εἶχε δώσει στίς μοναχές ἕνα κερί λέγοντας: «Μέ αὐτό θά μέ ὑποδεχθεῖτε κάποτε»! Οἱ μοναχές κράτησαν τό κερί καί κάθε μία φύλακας τό παρέδειδε στήν ἑπομένη. Ἔτσι τό κερί ἔφθασε στήν μ. Μαργαρίτα καί μέ αὐτό ὑποδέχθηκαν τό Λείψανο τό 1991!
Σήμερα τά χαριτόβρυτα Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ φυλάσσονται στή γυναικεία Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο, ὅπου τιμῶνται ἀπό τούς πιστούς Ὀρθοδόξους, ὄχι μόνο τῆς Ρωσίας, ἀλλά τῆς ἀνά τήν οἰκουμένη Ἐκκλησίας. Στήν Ἑλλάδα ἀποτμήματα τῶν Λειψάνων του φυλάσσονται στή Μονή ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου Πενταλόφου Κιλκίς καί στό Ναό ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς. Ἀκόμη, στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς, φυλάσσεται μικρό μέρος ἀπό τό δερμάτινο κομποσχοῖνι τοῦ Ὁσίου. Τέλος εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι τό 2009 ἀπότμημα τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μεταφέρθηκε ἀπό τήν Μονή Ντιβίγιεβο στήν Ἑλλάδα καί ἐκτέθηκε στό Ναό Παναγίας Σουμελᾶ Ἀχαρνῶν, ὅπου ἔσπευσαν νά τό προσκυνήσουν χιλιάδες πιστῶν ἀπό ὅλη τήν χώρα, ἀλλά καί τό ἐξωτερικό.
Οἱ προφητείες τοῦ ἁγ. Σεραφείμ ἔχουν ἐκπληρωθεῖ σχεδόν ὅλες μέ χαρακτηριστική ἀκρίβεια. Στό Σαρώφ σωματικά πράγματι δέν ἐπέστρεψε ποτέ, διότι τό περίφημο μοναστήρι μετατράπηκε – τελικά - ἀπό τούς Σοβιετικούς σέ πυρηνικό ἐργοστάσιο καί συνεχίζει νά εἶναι ἀπαγορευμένη ζώνη. Ἐπέστρεψε ὅμως στό Ντιβίγιεβο, τήν Σεραφείμια γυναικεία μονή – τό ὁποῖο κατά τήν προφητεία του δοξάσθηκε καί σήμερα (2009) ἀριθμεῖ πλέον τῶν 200 μοναζουσῶν (τό 1995 ἀριθμοῦσε 210 μοναχές ὑπό τήν Ἡγουμένη Σεργία).
«Ὁ Κομμουνισμός ξεπεράσθηκε - ἔγραψε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ὡς Μητροπολίτης Δημητριάδος -ἔμεινε ὅμως ἡ θρησκεία. Καί ἔμεινε ἀφοῦ ἐπεβίωσε μακρῶν περιόδων διωγμῶν, πού σέ περιπτώσεις ξεπέρασαν σέ ὀξύτυτα καί αὐτούς τούς Νερώνειους. Ἀπέδειξε ὁ Χριστιανισμός, ὅτι ἔχει ἀπό Θεοῦ τήν προέλευση, γιατί κατ’ ἄνθρωπον, μέ τά ἀνθρώπινα μέτρα, δέν θά ἔπρεπε νά ζῆ. Κι ὅμως σήμερα εἶναι ὁ θριαμβευτής» (Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», φ. Ἰουλίου – Αὐγούστου 1991, σελ. 51).
Νικητής, λοιπόν, ὁ Χριστιανικός λαός στήν τέως Σοβιετική Ἕνωση, φαίνεται νά μετανοεῖ. Κατακλύζει τούς ναούς, ἀναστηλώνει ναούς καί μοναστήρια, θέλει τούς ἡγέτες του στήν Ἐκκλησία (καί τούς εἶδε στό πρόσωπο τῶν Γιέλτσιν καί Ποπώφ – παλαιότερα – καί τῶν Πούτιν καί Μεντβέντεφ σήμερα). Μένει ἔγκαιρα νά ἀντιληφθεῖ, ὅτι «ὁ κόσμος αὐτός (ὁ Δυτικός) τῆς ἀφθονίας καί τῆς καταναλώσεως, τελικά δέν εἶναι ἰδεώδης, οὐτε προσφέρεται νά ἀποτελέσει μοντέλο γιά τήν δημιουργία μιᾶς ἀνθρώπινης κοινωνίας, γιατί κι αὐτός πλήττεται ἀπό πελώρια ἠθική κρίση καί οἱ ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ του εἶναι ἐξευτελισμένες ἀπό καιρό» (Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», αὐτ. σελ. 52).
Δημοσίευση σχολίου