ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ ΕΛΛΑΣ - ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ: Δεν συμφωνούμε με όλα όσα αναφέρει ο κ. Νούσης στο άρθρο που ακολουθεί. Όμως, το δημοσιεύουμε στα πλαίσια ενός γόνιμου - και όχι λογοκριμένου και πετσοκομμένου - διαλόγου για το ζήτημα που προέκυψε μετά τη δημοσίευση του κειμένου του κ. Σωτηρόπουλου με θέμα «Θανάσιμο λάθος πιστών που σκανδαλίζονται από τον Οικουμενισμό» (διαβάστε το εδώ).
***
Πρώτα τους «απογοήτευσε» ο Πειραιώς Σεραφείμ και τώρα έρχεται ο Ν.
Σωτηρόπουλος να αποδομήσει το σαθρό οικοδόμημα της νεοσχισματικής τάσης
των Αποτειχισμένων, οι οποίοι δεν έχουν σήμερα μόνον θεωρητική υποδομή,
αλλά τελευταία «υποστασιάζονται» εκκλησιαστικά, μάλλον παρεκκλησιαστικά,
στις παρασυναγωγικές σέκτες του Αρτέμιου πρ. Ράσκας εν Σερβία και του
ιερομονάχου Ευθύμιου Τρικαμηνά εν Ελλάδι (Αμπελάκια Λάρισας). Είναι
βέβαια γεγονός ότι κατά καιρούς οι Αποτειχισμένοι βάλλουν, άμεσα ή
έμμεσα, κατά οιουδήποτε διαφωνούντος ποικιλοτρόπως με τις θέσεις και τις
πρακτικές τους, όπως για παράδειγμα κατά του π. Θεοδώρου Ζήση ή του π.
Ιωήλ Κωνστάνταρου.
Αυτά τα ολίγα περιληπτικά για τη σχισματική τούτη παρασυναγωγή, η οποία
ερείδεται επί της καινοφανούς διδασκαλίας περί της αποτείχισης εκ του
συνόλου των Ορθοδόξων Επισκόπων της οικουμενικής Εκκλησίας λόγω του
υποτιθέμενου μολυσμού των Μυστηρίων από τη φοβερή αίρεση του σύγχρονου
συγκρητισμού (: Οικουμενισμού) με κριτήρια εισέτι απροσδιόριστα τόσο επί
δογματικής όσο και επί λειτουργικής βάσεως. Λησμονώντας, προφανώς
εσκεμμένα, το γεγονός της παγκοσμιοποίησης, το οποίο άφευκτα σέρνει την
Εκκλησία σε ενέργειες που δεν φανταζόντουσαν καν οι παλιότεροι, τραβάνε
στα άκρα ερμηνείες κατά το επιθυμητό δοκούν τους – για παράδειγμα
Κανόνες περί συμπροσευχής κλπ. – με το πρόσχημα πάντοτε της προάσπισης
της πίστης και διαφύλαξης ανόθευτης της ορθόδοξης διδασκαλίας, μόνο και
μόνο για να ικανοποιήσουν τον αμετακίνητο – μάλλον αμετανόητο –
ανεπίγνωστο φονταμενταλίζοντα, και τίποτε παραπάνω δυστυχώς, ζήλο τους.
Τούτο αποδεικνύεται περίτρανα κάθε φορά που κάποιος «σύμμαχός τους»
τολμάει να αρθρώσει λόγο σύνεσης και γενικότερα διάφορο του δικού τους.
Τις μέρες αυτές, λοιπόν, μας εξέπληξε όλους ευχάριστα η τοποθέτηση του
αφορισθέντος από το 1994 θεολόγου Ν. Σωτηρόπουλου (από τη Μείζονα και
Υπερτελή Σύνοδο) για το ζήτημα της εγκυρότητας των Μυστηρίων της
«οικουμενιστικής» Εκκλησίας και της αποχής ή όχι από αυτά. Αν και ο
παλιός θεολόγος εμμένει στις περί Οικουμενισμού εγκλήσεις του – εδώ δεν
επαρκεί ο χώρος να αναλύσουμε το υποστατόν ή μη αυτών – προβαίνει,
ωστόσο, σε ορθή εκκλησιολογική ερμηνεία και ομότροπες συνακόλουθες
συμβουλές αναφορικά με την πεπλανημένη διδασκαλία και πρακτική των
«αντιοικουμενιστών» να μετέχουν μόνο στα «ανόθευτα» μυστήρια των
ελαχίστων επί γης «καθαρών» Ιερέων (Αρτεμίου και Ευθυμίου, και των δύο
επισήμως καθαιρεθέντων εδώ και αρκετό καιρό). Με το εορταστικό αυτό
φιλοδώρημα που τους επεφύλασσε, όλως αναπάντεχο τω όντι, τράβηξε το
χαλάκι της ψυχοπαθολογίας που κρύβεται περισσή σε πολλά άτομα
εμπλεκόμενα στην καινοφανή τούτη σχισματική ομάδα, πάνω στο οποίο
στήριζαν την πίστη τους (και όχι στην πέτρα – τον Χριστό – ως θα
όφειλαν) και κατά κυριολεξίαν χάθηκε η γη κάτω απ’ τα πόδια τους, σε
σημείο να σπεύσουν κάποιοι αμέσως να εξυβρίσουν και να ακυρώσουν
συλλήβδην τον μέγιστο μέχρι προ ολίγου, τον μοναδικό, ανεπανάληπτο και
οικουμενικής εμβέλειας διδάσκαλο και πνευματικό τους πάτρωνα.
Στο παρελθόν πολλάκις στιγμάτισα, και δη εντόνως, λάθη και ακρότητες του
εν λόγω θεολόγου. Τώρα, όμως, δεν μπορώ παρά να επαινέσω τα λεγόμενα
του ανδρός: «μερικοὶ λαϊκοὶ Ὀρθόδοξοι ζωηροὶ καὶ ἀγωνιστικοὶ τύποι,
ἐπειδὴ δὲν ὑποφέρουν τοὺς Oἰκουμενιστὲς ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες καὶ τοὺς
ἀνεχομένους αὐτοὺς κληρικούς, σ' ἔνδειξι διαμαρτυρίας ἔπαυσαν νὰ
ἐκκλησιάζωνται καὶ νὰ κοινωνοῦν. Ἀλλὰ τοῦτο εἶνε λάθος, θανάσιμο λάθος.
Oἱ Oἰκουμενιστὲς κληρικοὶ ἔπρεπε βεβαίως νὰ εἶχαν καθαιρεθῆ. Ἀλλ' ἀφοῦ
δὲν ἔχουν καθαιρεθῆ, ἡ χάρις ἐνεργεῖ δι' αὐτῶν καὶ τελοῦν τὰ μυστήρια
τῆς Ἐκκλησίας […] Kάθε κληρικὸς ὀρθοδόξως χειροτονημένος καὶ μὴ
καθῃρημένος τελεῖ τὰ μυστήρια, ὅσον ἀνάξιος καὶ ἂν εἶνε […] Oἱ Ὀρθόδοξοι
λαϊκοί, οἱ ὁποῖοι δὲν δύνανται νὰ ὑποφέρουν τοὺς Oἰκουμενιστὲς
ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες καὶ τοὺς ἀνεχομένους αὐτοὺς κληρικούς, ὀφείλουν
νὰ διαμαρτύρωνται μὲ ὅλη τὴ δύναμί τους γιὰ τὸ τεράστιο κακὸ ὡς πρὸς τὴν
Πίστι, καὶ νὰ κρατοῦν ἀπόστασι ἀπὸ τοὺς Oἰκουμενιστές, ὄχι ὅμως
ἀπόστασι καὶ ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ τὰ μυστήρια. Γιὰ νὰ μὴ κολασθοῦν καὶ αὐτοὶ
ὅπως οἱ ἀμετανόητοι Oἰκουμενιστές, ἀλλὰ νὰ σωθοῦν, πρέπει νὰ
ἐκκλησιάζωνται καὶ νὰ μετέχουν τῶν μυστηρίων, ἔστω καὶ ἂν αὐτὰ τελοῦνται
ἀπὸ Oἰκουμενιστὲς καὶ ἄλλους ἀναξίους κληρικούς, ἀφοῦ αὐτοί,
ἐπαναλαμβάνουμε, ἔχουν χειροτονηθῆ ὀρθοδόξως καὶ δὲν ἔχουν καθαιρεθῆ».
«Ἐτσουξε» κυριολεκτικά η δημόσια αυτή δήλωσή του. Προφανέστατα κατεγράφη
ύστερα από τις τελευταίες θέσεις Τρικαμηνά περί «μιασμένων μυστηρίων»
από τους «οικουμενιστές» κληρικούς της Εκκλησίας. Άξιος συγχαρητηρίων
για την τόλμη του ο Ν. Σωτηρόπουλος, ο οποίος, παρά τα διάφορα
εκκλησιολογικά του ατοπήματα, δεν δίστασε να γίνει δυσάρεστος (σε όσους
τον αποθέωναν μέχρι πρότινος) χάριν της δογματικής ακριβείας και της
αληθείας του Ευαγγελίου. Ο μεγάλος δάσκαλος τούς «άδειασε», ο ηγήτωρ
τούς πρόδωσε, ο μαχητής υπαναχώρησε, ο λέων λιγοψύχησε, ο ήρωας
λιποτάκτησε, ο ασυμβίβαστος υπέστειλε τη σημαία, ο πεφωτισμένος επλανήθη
και παραφρόνησε, ο ιθύνων νους τούς πούλησε, ο μπροστάρης τούς
εγκατέλειψε, ο αγωνιστής φυγομάχησε, το ειδωποποιηθέν πρότυπο (υπό των
ιδίων) αποδόμησε το σαθρό αιρετικόχροο οικοδόμημά τους και μαζί του
κατέρρευσε και ο - προσωποπαγούς χαρακτήρος και ενδοσεκτούς (ας μας
συγχωρεθεί ο νεολογισμός) κατασκευής – μύθος του ακαθαίρετου αυτού
πύργου (πάντοτε στις φαντασιακές πτήσεις των εν λόγω ατόμων).
Κάποια ανεπιτυχής προσπάθεια να κατευνάσει τα οργισμένα πνεύματα των
Αποτειχισμένων έφερε μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα και βάθυνε το ρήγμα
που άνοιξε η δήλωση Σωτηρόπουλου: «ὁ κ. Σωτηρόπουλος ἔμαθε γιὰ ὅλα αὐτὰ
καὶ σὲ τηλεφωνικὴ ἐπικοινωνία ποὺ εἴχαμε μαζί του, μᾶς εἶπε ὅτι τὸ
κείμενό του, ἀφοροῦσε λαϊκοὺς σὲ ἄλλες χῶρες, ποὺ ἀποτειχίζονται μόνοι
τους, χωρὶς τὴν παρουσία κληρικοῦ, ὅπως –κατὰ τὴν γνώμη του– ὁ ΙΕ΄
Κανόνας λέγει, καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν μετέχουν τῶν Μυστηρίων, ἰδιαιτέρως
δὲ τῆς Θ. Κοινωνίας». Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά, όταν δεν υπάρχει
κληρικός αποτειχισθείς, απαγορεύεται η απόσχιση των ενισταμένων από μια
οιαδήποτε αίρεση; Το κενό που αφήνει μια τέτοια δήλωση οπωσδήποτε
αυξάνει παρά θεραπεύει την ουσία του σεισμού κατά των θεμελίων της
Αποτείχισης, όπως τούτη προκύπτει από τις δογματικού εξάπαντος χαρακτήρα
ανακοινώσεις του γηραιού θεολόγου. Εκ των πραγμάτων μια τέτοια δήλωση
δεν μαζεύεται εύκολα, εκτός μόνο και αν αναιρεθεί ολοκληρωτικά, κάτι
βέβαια που θα εκθέσει τον πολιό και που δεν νομίζω ότι θα συμβεί.
Οπωσδήποτε, όμως, αποτέλεσε το έναυσμα να αποκαλυφθεί η πνευματική
γυμνότητα πολλών αυτοχρισθέντων βασιλέων σε βάρος της εκκλησιαστικής
ειρήνης και νομιμοφροσύνης και να γίνει αισθητά ορατή η απόγνωση της
απέλπιδος και καταθλιπτικής προϊούσας μοναξιάς των αθέσμως και
ανερείστως αποκοπέντων από το Σώμα του Κυρίου, την Εκκλησία.
H βόμβα Σωτηρόπουλου κλόνισε συθέμελα τον χάρτινο αυτόν πύργο της σέκτας
τούτης και μαζί του κατέρρευσε και η ψυχολογική ψευδαισθητική
αυτασφάλιση των Αποτειχισμένων, κάτι που ισχύει για όλους τους εκνόμως
σχίζοντας τον άρραφο χιτώνα του Κυρίου, διότι δεν εδράζουν την ελπίδα
τους στον Χριστό (Α’ Κορ. 10:4), αλλά σε αυθαίρετες προσωπικές ερμηνείες
αρέσκουσες και συνάδουσες προς το ιδεοψυχοπαθολογικό τους επιθυμητό και
υπόβαθρο, τις οποίες αντλούν ή και απλά στηρίζουν ενίοτε και σε κάποιες
ισχυρές προσωπικότητες (εν προκειμένω βλέπε Σωτηρόπουλο), οι οποίες
κατά στατιστική σχεδόν αναγκαιότητα θα βρίσκονται πάντοτε. Όταν,
επομένως, σε αφήνει έκθετο ο πνευματικός σου ποδηγέτης, ο οποίος έχει
λίγο πολύ υποκλέψει τη θέση και τον ρόλο του μοναδικού Μεσσία και
Σωτήρα, τότε αμέσως εκπίπτουν η προκάτ, φαντασιώδης και ανυπόστατη
βεβαιότητα σωτηρίας και τα πιστοποιητικά αγιότητας που ο πρώτος πριν από
λίγο σού χορηγούσε σαν θεόπνευστος ή θεόσταλτος εγγυητής.
Το ωστικό κύμα από την έκρηξη της προκείμενης δήλωσης είναι πολύ
μεγαλύτερο από όσο δείχνει με μια πρώτη ματιά. Ο Σωτηρόπουλος μιλάει για
«θανάσιμο λάθος», άρα και ομώνυμο αμάρτημα, και κολάσιμη πράξη, όταν
υπογραμμίζει την εσκεμμένη ακοινωνησία των Αποτειχισμένων. Την ίδια
στιγμή, μάλιστα, αφήνει εντελώς ξεκρέμαστους τους αποτειχισθέντες ταγούς
Ευθύμιο και Αρτέμιο, οι οποίοι διδάσκουν τον «μολυσμό» των τελεσθέντων
από «οικουμενιστές» μυστηρίων και διεκδικούν την αποκλειστικότητα στο
υποστατόν της κανονικότητας και εγκυρότητας των δικών τους ιεροπραξιών,
προφανώς απαιτώντας την κοινωνία μονάχα με αυτούς και απαγορεύοντας την
αντίστοιχη με τους εκπεσόντας Οικουμενιστές.
Ο Σωτηρόπουλος προέβη ανέλπιστα σε μια εν παρρησία καθαίρεση της
τεθλασμένης εκκλησιολογίας που εκκολάπτεται στις σύγχρονες
παρασυναγωγικές σέκτες των Αποτειχισμένων που προέρχονται από το νέο
ημερολόγιο (ή των τέως κοινωνούντων με αυτό παλαιοημερολογιτών). Είναι
προφανής η αμηχανία – κακότεχνη υπεκφυγή της ανταπάντησής του, η οποία
δεν μπορεί πια να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Είναι ευστοχότατα τα σχόλια
που ανήρτησε κάποιος σχετικά στο διαδίκτυο και τα λένε σχεδόν όλα: «από
τις δοθείσες διευκρινήσεις καταφαίνεται, ότι υπάρχουν αποτειχισμένοι
του εσωτερικού και του εξωτερικού με άλλα μέτρα και άλλα σταθμά: Οι
λαϊκοί ορθόδοξοι και αγωνιστικοί τύποι είναι μόνο του εξωτερικού; "εάν μη φάγετε τη σάρκα του Υιού του ανθρώπου....." ισχύει μόνο για τους
του εξωτερικού; Οι ορθόδοξοι λαϊκοί που δεν μπορούν να υποφέρουν τους
οικουμενιστές εκκλ. ηγέτες είναι μόνο οι του εξωτερικού;
Τα μυστήρια των οικουμενιστών κληρικών του εξωτερικού είναι έγκυρα, ενώ
των του εσωτερικού άκυρα; Σε ποιό σημείο του άρθρου αυτού επισημαίνεται
ότι αφορά μόνο τους ορθοδόξους εξωτερικού; Και εάν αφορά αποκλειστικά
αυτούς, γιατί δημοσιεύθηκε στη χώρα μας και όχι στην Αυστραλία και τον
Καναδά και μάλιστα και στα αγγλικά; Μήπως τελικά προσπαθούμε να
συμμαζέψουμε τα ασυμμάζευτα. Μου θυμίζει λίγο τις διαψεύσεις των
πολιτικών, μετά από κάποιες δηλώσεις τους, ότι δεν ερμηνεύθηκαν σωστά,
ότι παρερμηνεύθηκαν, ότι διαστρεβλώθηκαν, ότι δεν αφορούσαν αυτό, αλλά
κάτι άλλο, ότι δεν ήταν η πρόθεσή τους αυτή, κ.λπ. κ.λπ.».
Σε κάθε περίπτωση, ο ηχηρότατος ούτος εορταστικός κόλαφος, κάτι σαν
«ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας» (Πρ. 2:2), θα βουίζει εκ της
απρόσμενης ριπής του επί τας κεφαλάς των νεοζηλωτών τούτων για πολύ
καιρό στα αυτιά τους. Προσπαθούν, ανεπιτυχώς εξάπαντος, με κάθε τρόπο να
διέλθουν αβρόχοις ποσί από το ύψιστης αρνητικής γι’ αυτούς σημειολογίας
γεγονός και να το παρακάμψουν όσο πιο ανώδυνα και αθόρυβα γίνεται,
περνώντας το ήδη στα ψιλά γράμματα των ιστολογίων τους και δια χαμηλών
τόνων αφήνοντας να απομειωθεί η βαρύτητα της σημαντικής του.
Τα λόγια του αυτά, ωστόσο, κατά τη γνώμη μου αποκαλύπτουν αφενός την
άτυπη – πιθανή, προσωπικά δεν το γνωρίζω – συμμετοχή του στα Μυστήρια
της Εκκλησίας από Κανονικούς Ιερείς, οι οποίοι κάνουν τα στραβά μάτια
στον επίσημο εδώ και χρόνια αφορισμό του και, αφετέρου, μαρτυρούν ίχνη
καλής προαίρεσης και μετανοίας του ανδρός παρά τη χρόνια εκκλησιομαχική
του πολιτεία. Το πρόβλημα, βέβαια, με τον κ. Σωτηρόπουλο παραμένει στις
ενυπάρχουσες τεράστιες αντιφάσεις του: γιατί δεν κάνει και αυτός το ίδιο
που προτείνει, καθώς φαίνεται να προκρίνει ακόμη τον αφορισμό του και
τη στάση ρήξης με την Εκκλησία και ακόμη πώς μας προτρέπει σε μυστηριακή
κοινωνία με τους «Οικουμενιστές» την ίδια ώρα που αυτός, φανερά
τουλάχιστον, πράττει το αντίθετο; Αυτός δεν φοβάται, δηλαδή, μην
κολαστεί; Ερωτήματα εκκρεμή στα οποία πιέζεται από τα πράγματα να μας
απαντήσει εκείνος.
H φαινομενική, εντούτοις, σχιζοείδεια στα λόγια του πολιού θεολόγου δεν
δικαιώνει σε καμιά περίπτωση τους Αποτειχισθέντες, διότι στο πλαίσιο της
πνευματικής εν Χριστώ ζωής κινούμαστε πάνω από τον χώρο της λογικής
(όχι εκτός αυτής φυσικά). Μπορεί, λοιπόν, ως προς το φαίνεσθαι να
αντιφάσκει ο Σωτηρόπουλος προτείνοντας τη λειτουργική κοινωνία με όσους
εγκαλεί επί σοβαροτάτη αιρέσει και οι βαλόμενοι πρώην εταίροι του να
θεωρούνται τουλάχιστον συνεπείς στην εκκλησιολογική τους τοποθέτηση,
ωστόσο δεν ακολουθείται στα εκκλησιαστικά πράγματα αυτή η εξωτερική και
ψυχρή, σχεδόν μαθηματική, λογική, κάτι που πιθανότατα θα ίσχυε σε πολλές
άλλες περιπτώσεις. Και τούτο, διότι προηγείται η ειρήνη της Εκκλησίας
και ο σύνδεσμος τής εν Χριστώ αγάπης ακόμη και σε περιπτώσεις φανερούς
έκπτωσης της πίστης (κάτι βέβαια που δεν ισχύει εδώ). Αυτό το διαχρονικό
πνεύμα της διάκρισης, κατά το οποίο τελευταία έπραξαν και δίδαξαν ένας
πολύς Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος και ένας Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης,
ίσταται υπεράνω των πάσης φύσεως ζηλωτικών ακροτήτων και υπερφίαλων
επαναστάσεων σε βάρος της εν ταπεινώσει παραμονής στους κόλπους της
μητρός Εκκλησίας. Άλλωστε, είναι προφανές ότι όλα τα καινότροπα τούτα
σχισματικά αντάρτικα κινούνται στο επίπεδο της εκκλησιολογικής
υποχονδρίας, που απλά προκαλούν τραύματα, θόρυβο και ταραχή στους
χριστιανούς και τα οποία ο Σωτηρόπουλος, χαροποιώντας μας, έρχεται με τα
θαρρετά του ρήματα να αποτρέψει και θεραπεύσει. Πράγματι, πού θα
οδηγούσε σήμερα μια γενική ή ειδική αποτείχιση, τη στιγμή που η
απροσδιόριστη οικουμενιστική καταγγελία μπορεί κάλλιστα και άνετα να
προσαφθεί εις πάντας τους ορθοδόξους ιερωμένους της γης με κριτήρια
εμπαθή, ασαφή, απροϋπόθετα και εν πολλοίς ανυπόστατα; Αυτή τη χείριστη
μελλοντικά εκκλησιολογική σχιζοφρένεια προλαμβάνει η τοποθέτηση
Σωτηρόπουλου, όταν λέει ότι «ἀφοῦ δὲν ἔχουν καθαιρεθῆ, ἡ χάρις ἐνεργεῖ
δι' αὐτῶν καὶ τελοῦν τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας» με το φυσικώς
συνεπαγόμενο προσωπικό κόστος της απόρριψής του, της αμφισβήτησης, της
απαξίωσης, του χλευασμού, του προπηλακισμού και της φαινομενικής
εκκλησιολογικής αντίφασης και αυτοαναίρεσής του.
Θεωρώ, επομένως, ότι και μόνον αυτή του η δημόσια τολμηρή τοποθέτηση
αποτελεί τέλεια ευκαιρία και αφορμή επανεξέτασης της περίπτωσης του
αφορισμού του. Το πρώτο βήμα της επαναπροσέγγισης με τον άνδρα, δηλωτικό
εξάπαντος ταπείνωσης, καλό είναι και πάλι κατά τη γνώμη του γράφοντος
να γίνει από την επίσημη Εκκλησία, κατά το πρότυπο του εσχάτως
κενωθέντος Κυρίου, όπως τον βλέπουμε σαρκούμενο τις μέρες τούτες, τον
οποίο μιμείται και εκ-προσωπεί πάνω στη γη τούτη της φθοράς, του πόνου
και της αμαρτίας, διότι πάνω απ’ όλα και πριν από όλα και πέρα απ’ όλα
«ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α’ Ιω. 4:8).
Κ. Νούσης
28/12/2013