1.
Ἡ ἐξομολόγηση ἀποτελεῖ μυστήριο τῆς ᾽Εκκλησίας. Ὅπως εἶναι τό βάπτισμα,
τό χρίσμα, ἡ Θεία Εὐχαριστία, τό ἴδιο συμβαίνει καί ἐδῶ. Εἶναι σάν μιά
βρύση πού ὅταν ἀνοίγει προσφέρει τήν χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, μέ
τήν ἔννοια ὅτι ὁδηγεῖ τόν πιστό στό σημεῖο ἐκεῖνο ὥστε νά δεχθεῖ τό σῶμα
καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού αὐτό κυρίως εἶναι ῾῾εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν
καί εἰς ζωήν αἰώνιον᾽᾽. Ὁ ἐξομολογούμενος ἄρα ἔρχεται σέ ἄμεση σχέση μέ
τόν ἴδιο τόν Χριστό. Σ᾽ ᾽Εκεῖνον στήν πραγματικότητα ἐξομολογεῖται, γι᾽
αὐτό καί δέν ἔχει νόημα νά μήν εἶναι εἰλικρινής. Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι
βρύση, τήν κάνουλα ὅμως πού ἀνοίγει τή βρύση τήν ἔχει στά χέρια του ὁ
ἐξομολογούμενος. ῎Ετσι στό μυστήριο αὐτό δέν παίζει ρόλο τόσο ὁ
ἐξομολόγος ὅσο ὁ ἐξομολογούμενος.
2.
Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ προσερχόμενος στό μυστήριο δέν ἔρχεται
ἀπροετοίμαστος. Πρέπει νά ἔχει προηγηθεῖ ἡ μετάνοιά του, δηλαδή ἡ
συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν του καί ἡ ἀπόφαση ἀλλαγῆς του, ἡ ὁποία θά
καταλήξει στήν ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν ἐν ταπεινώσει ἐνώπιον τοῦ ἱερέα. Ὁ
ἱερέας ἔχει τήν ἐξουσία ἀπό τόν Χριστό καί τήν ᾽Εκκλησία νά γίνεται
ὄργανο τοῦ Χριστοῦ γιά τήν παροχή τῆς χάρης τῆς ἀφέσεως. Ὁ ἱερέας ἔτσι
δέν εἶναι οὔτε εἰσαγγελέας οὔτε δικαστής. Εἶναι ὁ μάρτυρας τῆς μετανοίας
τοῦ πιστοῦ, πού χαίρεται γι᾽ αὐτήν ἀκριβῶς τή μετάνοια, ὅπως ἀκριβῶς
χαίρεται ὁ Θεός καί ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος γιά τόν ἴδιο λόγο. ῎Αλλωστε
καί ὁ ἴδιος ἐξομολογεῖται σέ ἄλλον ἱερέα.
3.
Ὁ μετανοημένος λοιπόν πιστός ἔχει ἐξετάσει τόν ἑαυτό του α) ὡς πρός τή
σχέση του μέ τόν ἴδιο τόν Θεό: ἄν Τόν ἀγαπᾶ, ἄν συνεπῶς Τόν σκέπτεται,
ἄν προσεύχεται, ἄν ἐκκλησιάζεται, ἄν προσπαθεῖ γενικῶς νά τηρεῖ τό ἅγιο
θέλημά Του· β)
ὡς πρός τήν σχέση του μέ τόν συνάνθρωπο: ἄν καί αὐτόν τόν ἀγαπᾶ καί τόν
σέβεται, ἄν δέν τόν κατακρίνει, ἄν δέν τόν ὑβρίζει, ἄν δέν σκέπτεται
πονηρά γι᾽ αὐτόν κλπ.· γ)
ὡς πρός τόν ἑαυτό του: ἄν σέβεται καί τό σῶμα του καί τήν ψυχή του ὡς
εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν καταστρέφει καί τόν φθείρει μέ ποτά, τσιγάρα
κ.ἄ., ἄν ἔχει τήν πίστη στή ζωή του πού ζητᾶ ὁ Θεός. Μέ ἄλλα λόγια τό
βασικό κριτήριο μέ τό ὁποῖο ἐλέγχει τήν ζωή του εἶναι ἡ ἀγάπη, ἀπό τήν
τήρηση τῆς ὁποίας ἐξαρτᾶται ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό ἤ ὄχι. Γι᾽ αὐτά
ὅλα μετανοεῖ καί παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν συγχωρήσει καί νά τόν βοηθήσει
νά μήν τά ἐπαναλάβει. ῎Αν τυχόν ἀργότερα γιά λόγους ἀδυναμίας ἁμαρτήσει
καί πάλι, καί πάλι θά ἀκολουθήσει τήν ἴδια διαδικασία. Ὁ Θεός δέν
῾βαριέται᾽ νά μᾶς συγχωρεῖ, γιατί μᾶς ἀγαπάει. Εἶναι ὁ Πατέρας μας.
4.
Προσοχή λοιπόν! ᾽Εξομολογούμαστε τίς δικές μας ἁμαρτίες καί ὄχι τίς
ἁμαρτίες ἄλλων. Καί ὁμολογοῦμε τίς ἁμαρτίες χωρίς περιστροφές,
δικαιολογίες καί ἱστορίες. Ἡ προσπάθεια νά δικαιολογήσουμε τίς ἁμαρτίες
μας δείχνει ὅτι στήν πραγματικότητα δέν ἔχουμε μετανοήσει γι᾽ αὐτές.
Στήν περίπτωση αὐτή καί ὁ ἐξομολογούμενος δέν ἀναπαύεται ψυχικά, ἀλλά
καί ὁ ἱερέας καταπονεῖται. Διότι ἀκριβῶς δέν γίνεται σωστή ἐξομολόγηση.
5.
Δέν εἶναι σωστό λοιπόν νά μακρηγορεῖ κανείς στήν ἐξομολόγηση.
Ὁμολογοῦμε σύντομα τίς ἁμαρτίες μας, μέ μετάνοια καί συναίσθηση, καί
δεχόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη τίς ὅποιες συμβουλές τοῦ ἐξομολόγου.
᾽Ιδιαιτέρως, δέν χρειάζεται ἀνάλυση στίς σαρκικές λεγόμενες ἁμαρτίες.
Τίς ὁμολογοῦμε μέ λιτό καί ἐπιγραμματικό τρόπο. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι
ἐπιτρεπτό νά καθυστερεῖ κανείς στό ἐξομολογητήριο. ῎Αν ὑπάρχει κάποιο
ἰδιαίτερο πρόβλημα πρός συζήτηση, θά πρέπει νά ἀντιμετωπιστεῖ κάποια
ἄλλη ὥρα πέραν τῆς ἐξομολογήσεως, καί ὁπωσδήποτε ὄχι πρό τῶν μεγάλων
ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων καί τοῦ Πάσχα. Τό πρόγραμμα τοῦ ἱερέα τότε
εἶναι ἀρκετά βαρυμένο.
Δημοσίευση σχολίου