Την μνήμη των Αγίων Πάντων, αλλά και τη Σύναξη των Δώδεκα Αποστόλων εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας. Και τούτο, διότι συμπίπτει η Κυριακή των Αγίων Πάντων με την ημερολογιακή εορτή των «Στύλων της Οικουμένης».
Δεν θα υπήρχε, ομολογουμένως, καταλληλότερο Αποστολικό Ανάγνωσμα για την κοινή εορτή, απ' αυτό που θ' ακούσουμε την Κυριακή στους Ιερούς μας ναούς.
Φυσικά και σε άλλες εορτές η Εκκλησία μας έχει τοποθετήσει αυτό το τμήμα από την προς Εβραίους Επιστολή. Όμως, όσες φορές και αν μελετά ο πιστός τα θεόπνευστα κείμενα του λόγου του Θεού, τόσο και περισσότερο η χάρις τον οδηγεί στα ύψη των θείων νοημάτων.
Μας κάνει, λοιπόν, λόγο ο Απ. Παύλος για τα σπουδαία κατορθώματα των δικαίων της Π. Διαθήκης. Κατορθώματα όντως συγκλονιστικά, όμοια προς τα οποία, αλλά και μεγαλύτερα, όπως γνωρίζουμε από τα Ιερά μας Συναξάρια, επιτέλεσαν και οι Άγιοι της Εκκλησίας του Χριστού.
Βεβαίως, στην ευλογημένη αυτή Σύναξη της Αγιότητας, τον πρώτο λόγο, τον έχουν οι Άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι αποτελούν και το θεμέλιον της Πίστεως «επικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των Αποστόλων και των Προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού». (Εφεσ. Β΄20).
Τι πρόσφεραν, πράγματι, οι θαυμαστές αυτές προσωπικότητες σ' ολόκληρο τον κόσμο; Είναι αδύνατον να συλλάβει ανθρώπινος νους τους ατρήτους κόπους και το μέγεθος της αποστολικής θυσίας, για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού.
Γι' αυτό και οι μεγάλοι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, προεξάρχοντος του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου πλέκουν αιώνιες τιμές και αθάνατα εγκώμια στον όμιλο των Δώδεκα Αποστόλων, κυρίως όμως σ' αυτόν που αγωνίστηκε και θυσιάστηκε περισσότερο όλων, δηλ. στον Άγιο Απόστολο Παύλο!
Πράγματι, ριπές δέους διαπερνούν τις καρδιές των πιστών όταν σκέπτονται, μα περισσότερο όταν μελετούν τον ένθεο ζήλο και τον ιερό ενθουσιασμό των αποστολικών προσωπικοτήτων.
Αλλά εκεί που αποκορυφώνεται η συγκίνησις είναι όταν συνειδητοποιούμε πως και το Έθνος μας, η Ελληνική μας Πατρίδα, αξιώθηκε από τον Θεό να δεχθεί το σωστικό κήρυγμα από αποστολικά χείλη, και ότι τα ιερά χώματα που πατούμε, εξαγιάστηκαν από τους μεγάλους Αποστόλους και τους συνεργάτες τους. «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά!» (Ρωμ. Ι΄15).
Λόγω του ότι τον τελευταίο καιρό ακούγονται από περίεργα έως και ανόητα πράγματα για την Ορθόδοξη Χριστιανική μας πίστη, σε σχέση με το Ελληνικό μας Έθνος, η διπλή αυτή εορτή των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πάντων, μας δίνει την ευκαιρία να εμβαθύνουμε στο όλο θέμα αντικειμενικά και ιστορικά και έτσι να καταλήξουμε σε ορθά και αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα. Σε συμπεράσματα τα οποία ανέκαθεν φυσικά υπήρχαν, αλλά έτι πλέον είναι ανάγκη σήμερα να τα επαναλάβουμε, να τα συστηματοποιήσουμε και κυρίως να τα επιβεβαιώσουμε.
Πρώτα απ' όλα να επισημάνουμε το γεγονός ότι υπήρξε ευδοκία Θεού πως κατά την εποχή της Σαρκώσες του Υιού και Λόγου του Θεού, στον κόσμο, όλοι σχεδόν οι άνθρωποι ομιλούσαν την Ελληνική Γλώσσα. Αυτό, όπως γνωρίζουμε, συνετέλεσε, ώστε ολόκληρη η Κ. Διαθήκη να γραφεί στην Ελληνική. Ήδη δε από του Γ' π.Χ. αιώνος, και η Π. Διαθήκη είχε αρχίσει να μεταφράζεται από τους Ο' μεταφραστές στην Ελληνική γλώσσα. Έτσι λοιπόν, με τον τρόπο αυτό, ολόκληρη η γραπτή διδασκαλία που κατέχει η Εκκλησία μας, η Αγία Γραφή δηλαδή, ήταν διατυπωμένη στην Ελληνική.
Αλλά και η άλλη πηγή της πίστεώς μας, η Ιερά Παράδοσις, είναι και αυτή στην Ελληνική. Και τούτο διότι οι αποφάσεις των Αγίων Οικουμενικών αλλά και τοπικών Συνόδων διατυπώθηκαν στη γλώσσα αυτή που έχει την δυνατότητα να αποδώσει και τις λεπτότερες αποχρώσεις του ανθρωπίνου πνεύματος (κατά το ανθρώπινον).
Φυσικά, το ίδιο ισχύει τόσο για τα λειτουργικά, όσο και για τα ανεκτιμήτου πνευματικής αξίας υμνολογικά μας κείμενα. Και εύκαιρον να μνημονεύσουμε στο σημείο αυτό τον εκ Βορείου Ηπείρου καταγόμενον, αείμνηστο όσιο γέροντα Γεράσιμο τον Μικραγιαννανίτη, τον Υμνογράφο της Μεγάλης Του Χριστού Εκκλησίας, του οποίου το τεράστιο υμνολογικό του έργο, (μέρος του οποίου παραμένει ακόμα ανέκδοτο), αποτελεί όχι απλώς Εκκλησιαστικό ή Εθνικό, αλλά Πανορθόδοξο και Παγκόσμιο πλουτισμό!
Και ας μη μας διαφεύγει και το γεγονός ότι οι ανεκτιμήτου αξίας πνευματικοί θησαυροί των Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας, που είναι θησαυρισμένοι στα συγγράμματά τους, βρίσκονται διατυπωμένοι στην ίδια αυτή Ελληνική μας Γλώσσα.
Το Ελληνικό Έθνος λοιπόν αξιώθηκε της μεγάλης τιμής από τον Θεό, να προσφέρει τη γλώσσα του, για να διατυπωθεί σ' αυτή πρωτοτύπως το θέλημα του Θεού. Αλήθεια, πόσο μας ζηλεύουν γι' αυτό τα άλλα έθνη!
Μπορεί βεβαίως αυτά να διαθέτουν πλούτο πολύ, στρατούς μεγάλους, δύναμη υλική τεράστια, τεχνική και ηλεκτρονική τεχνολογία όλων των μορφών και να καυχώνται για τον εν γένει πολιτισμό τους. Ένα όμως πράγμα δεν έχουν, την ειδική ευλογία του Θεού να προσφέρουν την γλώσσα τους προς διατύπωση της Αιωνίου Αληθείας. Και φυσικά τα όσα αναφέρουμε δεν έχουν ίχνος σωβινισμού ή οτιδήποτε άλλο. Απλώς επισημαίνουμε την πραγματικότητα και κάτι που είναι απ' όλους παραδεκτό. Άλλωστε, γι' αυτό αναγκάζονται πολλοί από τα άλλα έθνη, να μαθητεύσουν στη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας, ακριβώς για να μελετούν στο πρωτότυπο τα λόγια του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Αλλά το Έθνος μας, είναι εκείνο το οποίο ευθύς εξαρχής εδέχθη τον Χριστιανισμό και απαρνήθηκε την αρχαία ειδωλολατρία. Βρήκε δηλαδή στο Αποστολικό κήρυγμα αυτό ακριβώς το οποίο ζητούσε.
Ο Κύριος βέβαια δίδαξε μόνο στους Ιουδαίους. Αλλά αυτοί δεν δέχτηκαν τη διδασκαλία Του. Τον αρνήθηκαν και Τον εσταύρωσαν. Ενώ οι πρόγονοί μας με πολλή προθυμία αποδέχθηκαν τα θεία διδάγματα. Αυτό μάλιστα το προείδε ο Κύριος. Και γι' αυτό, όταν μερικοί Έλληνες ζήτησαν να Τον ιδούν και να τον γνωρίσουν προσωπικώς, είπε τα λόγια εκείνα που τόσο τιμούν το Ελληνικό μας έθνος: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου» (Ιωάν. ΙΒ' 23).
Και όντως, οι περισσότερες Χριστιανικές Εκκλησίες, ιδρύθηκαν από τους Αποστόλους και τους μαθητές τους σε περιοχές και πόλεις Ελληνικές.
Εκείνο όμως που κάνει μεγάλη εντύπωση, όσον αφορά την διάδοση του Χριστιανικού κηρύγματος, και την εξάπλωση της Εκκλησίας μας, είναι ότι ενώ άλλα έθνη (Ιουδαίοι, Ρωμαίοι), κατεδίωκαν τον Χριστιανισμό και εθανάτωναν τους οπαδούς του Χριστού, στην Ελλάδα ο Χριστιανισμός όχι μόνον δεν εδιώχθη, αλλά και έγινε δεκτός με χαρά και ικανοποίηση.
Όλοι γνωρίζουμε ότι Έλληνας ήταν ο τρίτος των Ευαγγελιστών, ο Ιερός Λουκάς, ο οποίος μας χάρισε το εξαίρετο Ευαγγέλιό του και τα ανεκτίμητα «απομνημονεύματα» που αποτελούν και πτυχές της Ιστορίας της πρώτης μας Εκκλησίας. Το βιβλίο του δηλαδή των «Πράξεων των Αποστόλων»!
Αλλά και στους Αποστολικούς Πατέρες αν περάσουμε στην συνέχεια, που είναι οι άμεσοι διάδοχοι των Αποστόλων, θα δούμε ότι Έλληνες είναι ο Πολύκαρπος και ο Ιγνάτιος.
Έλληνες και οι πρώτοι Απολογητές του Χριστιανισμού, ο Ιουστίνος, ο Αθηναγόρας, ο Κοδράτος αλλά και τόσοι άλλοι.
Έλληνες οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας (Μ. Αθανάσιος, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, και τόσοι άλλοι αστέρες του νοητού στερεώματος).
Εάν δε όλες αυτές οι μεγάλες μορφές έθεσαν στην υπηρεσία του Ευαγγελίου τις ψυχικές και τις διανοητικές τους ικανότητες και με όλα τους τα χαρίσματα εργάστηκαν για την διάδοση της διδασκαλίας και την υπεράσπιση των δογμάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, οι Έλληνες είναι εκείνοι που πρόσφεραν και το αίμα τους, ως μάρτυρες πλέον, παραμένοντας εδραίοι και ακλόνητοι στην πίστη του Χριστού.
Όταν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες εξαπέλυαν τους μεγάλους και φοβερούς εκείνους διωγμούς εναντίον των Χριστιανών, οι πρόγονοί μας ήταν εκείνοι που απέδειξαν ότι μπροστά στην πίστη δεν υπολόγιζαν ούτε την ίδια τους τη ζωή. Και αυτό το νέφος των πρώτων μαρτύρων, που ανέρχεται σε ένδεκα εκατομμύρια και πλέον, αποτελείται κατά μέγα μέρος από Έλληνες.
Για όλα αυτά, αλλά και για πολλά άλλα ακόμα που είναι καταγεγραμμένα στις χρυσές σελίδες, τόσο της Εκκλησιαστικής, όσο και της γνησίας Εθνικής μας Ιστορίας, ο Χριστιανισμός στην αυθεντική του έκφραση, δηλ. την Αποστολική και Πατερική, δόξασε τον Ελληνισμό. Και ας προσθέσουμε ότι απ' όταν με το διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.) του Μ. Κωνσταντίνου, έπαυσαν οι διωγμοί, το νεοΐδρυτο τότε Βυζαντινό Κράτος, αφού εγκολπώθηκε τον Χριστιανισμό, αναδείχθηκε φάρος πολιτισμού σε Ανατολή και Δύση.
Όχι μόνο στην Ασία, αλλά και στην Ευρώπη, ως γνωστόν, υπήρχε τότε βαρβαρότητα και αμάθεια και ειδωλολατρία, τα οποία τα διέλυσε με τον Χριστιανικό του πολιτισμό το Βυζάντιο. Αυτό έκανε Χριστιανούς τους Ρώσους, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους, τους Βούλγαρους κτλ, και με τον τρόπο αυτόν τους εκπολίτισε.
Αλλά άνευ αντιρρήσεων, η ευεργετική επίδραση της Ορθοδόξου Χριστανικής πίστεως στο Ελληνικό Έθνος, φαίνεται περισσότερο κατά τους χρόνους της τουρκικής σκλαβιάς. Κατά τους σκοτεινούς εκείνους αιώνες η μόνη δύναμη που παρηγορούσε και βοηθούσε τους υπόδουλους ήταν η Εκκλησία.
Δεν είναι βεβαίως δυνατόν στα στενά αυτά πλαίσια να αναπτυχθεί το κεφάλαιο αυτό σε όλη του την έκταση. Τούτο μόνο επισημαίνουμε το οποίο και τονίζουν και όλοι οι σοβαροί μελετητές. Ότι άνευ της πίστεως των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, το Έθνος μας θα είχε υποστεί αφελληνισμό.
Αλλά και μέχρι των ημερών μας δεν επιβεβαιώνεται αυτή η πραγματικότητα;
Οπωσδήποτε, όπου υπάρχει ζωντανή Εκκλησία, όπου οι ποιμένες γνωρίζουν την ευλογημένη τους αποστολή, εκεί εκτός της Ορθοδόξου πνευματικότητος, έχουμε και ανεπτυγμένο το ορθό Εθνικό φρόνημα. Όπως αντιθέτως, όταν υποσκάπτονται τα θεμέλια της πίστεως μέσω των ποικίλων πλανών και οικουμενιστικών στοιχείων, εκεί δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ελαττώνεται έως και εκμηδενίζεται και αυτή η Εθνική πατριωτική συνείδηση.
Κυριακή των Αγίων Πάντων και Σύναξις των Αγίων Αποστόλων!
Πόσα αλήθεια μηνύματα δε μας μεταδίδει η διπλή αυτή εορτή! Από τα άκρως πνευματικά που παραπέμπουν στη ζωντανή Ορθόδοξη Αποστολική Παράδοση, η οποία εκφράζεται διά της δογματικής μας διδασκαλίας, έως και αυτή την καθημερινότητα την οποία βλέπουμε πώς τη βίωσαν οι εορταζόμενοι Άγιοι. Με αγώνα αλλά και χαρά. Με μαρτύριο της συνειδήσεως, αλλά και με ιερό ενθουσιασμό. Με αγάπη προς την Αλήθεια και θερμή προσευχή για να την γνωρίσει όλος ο κόσμος. Και Αλήθεια είναι ο Χριστός και το Σώμα Του. Η Ορθοδοξία μας. Και συνάμα με αγάπη προς αυτό το Έθνος μας που τόσα πρόσφερε για την πίστη, αλλά και που τόσο ευεργετήθηκε από την πίστη των Αποστόλων και των Αγίων.
Ομολογουμένως αδελφοί μου, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να επιβεβαιώνεται αυτή η διδασκαλία των Αγίων Αποστόλων με την συνεχή και ατελεύτητη αγιότητα των τέκνων της Εκκλησίας. Και φυσικά δεν υφίσταται μεγαλύτερο χάρισμα και πληρέστερη πνευματική χαρά από το να αγωνιζόμαστε εν ταπεινώσει αλλά και με ζήλο ιερό που αναρριπίζει η Χάρις του Θεού, για να μιμηθούμε τους μεγάλους Αδελφούς μας.
Δεν θα υπήρχε, ομολογουμένως, καταλληλότερο Αποστολικό Ανάγνωσμα για την κοινή εορτή, απ' αυτό που θ' ακούσουμε την Κυριακή στους Ιερούς μας ναούς.
Φυσικά και σε άλλες εορτές η Εκκλησία μας έχει τοποθετήσει αυτό το τμήμα από την προς Εβραίους Επιστολή. Όμως, όσες φορές και αν μελετά ο πιστός τα θεόπνευστα κείμενα του λόγου του Θεού, τόσο και περισσότερο η χάρις τον οδηγεί στα ύψη των θείων νοημάτων.
Μας κάνει, λοιπόν, λόγο ο Απ. Παύλος για τα σπουδαία κατορθώματα των δικαίων της Π. Διαθήκης. Κατορθώματα όντως συγκλονιστικά, όμοια προς τα οποία, αλλά και μεγαλύτερα, όπως γνωρίζουμε από τα Ιερά μας Συναξάρια, επιτέλεσαν και οι Άγιοι της Εκκλησίας του Χριστού.
Βεβαίως, στην ευλογημένη αυτή Σύναξη της Αγιότητας, τον πρώτο λόγο, τον έχουν οι Άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι αποτελούν και το θεμέλιον της Πίστεως «επικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των Αποστόλων και των Προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού». (Εφεσ. Β΄20).
Τι πρόσφεραν, πράγματι, οι θαυμαστές αυτές προσωπικότητες σ' ολόκληρο τον κόσμο; Είναι αδύνατον να συλλάβει ανθρώπινος νους τους ατρήτους κόπους και το μέγεθος της αποστολικής θυσίας, για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού.
Γι' αυτό και οι μεγάλοι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, προεξάρχοντος του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου πλέκουν αιώνιες τιμές και αθάνατα εγκώμια στον όμιλο των Δώδεκα Αποστόλων, κυρίως όμως σ' αυτόν που αγωνίστηκε και θυσιάστηκε περισσότερο όλων, δηλ. στον Άγιο Απόστολο Παύλο!
Πράγματι, ριπές δέους διαπερνούν τις καρδιές των πιστών όταν σκέπτονται, μα περισσότερο όταν μελετούν τον ένθεο ζήλο και τον ιερό ενθουσιασμό των αποστολικών προσωπικοτήτων.
Αλλά εκεί που αποκορυφώνεται η συγκίνησις είναι όταν συνειδητοποιούμε πως και το Έθνος μας, η Ελληνική μας Πατρίδα, αξιώθηκε από τον Θεό να δεχθεί το σωστικό κήρυγμα από αποστολικά χείλη, και ότι τα ιερά χώματα που πατούμε, εξαγιάστηκαν από τους μεγάλους Αποστόλους και τους συνεργάτες τους. «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά!» (Ρωμ. Ι΄15).
Λόγω του ότι τον τελευταίο καιρό ακούγονται από περίεργα έως και ανόητα πράγματα για την Ορθόδοξη Χριστιανική μας πίστη, σε σχέση με το Ελληνικό μας Έθνος, η διπλή αυτή εορτή των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πάντων, μας δίνει την ευκαιρία να εμβαθύνουμε στο όλο θέμα αντικειμενικά και ιστορικά και έτσι να καταλήξουμε σε ορθά και αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα. Σε συμπεράσματα τα οποία ανέκαθεν φυσικά υπήρχαν, αλλά έτι πλέον είναι ανάγκη σήμερα να τα επαναλάβουμε, να τα συστηματοποιήσουμε και κυρίως να τα επιβεβαιώσουμε.
Πρώτα απ' όλα να επισημάνουμε το γεγονός ότι υπήρξε ευδοκία Θεού πως κατά την εποχή της Σαρκώσες του Υιού και Λόγου του Θεού, στον κόσμο, όλοι σχεδόν οι άνθρωποι ομιλούσαν την Ελληνική Γλώσσα. Αυτό, όπως γνωρίζουμε, συνετέλεσε, ώστε ολόκληρη η Κ. Διαθήκη να γραφεί στην Ελληνική. Ήδη δε από του Γ' π.Χ. αιώνος, και η Π. Διαθήκη είχε αρχίσει να μεταφράζεται από τους Ο' μεταφραστές στην Ελληνική γλώσσα. Έτσι λοιπόν, με τον τρόπο αυτό, ολόκληρη η γραπτή διδασκαλία που κατέχει η Εκκλησία μας, η Αγία Γραφή δηλαδή, ήταν διατυπωμένη στην Ελληνική.
Αλλά και η άλλη πηγή της πίστεώς μας, η Ιερά Παράδοσις, είναι και αυτή στην Ελληνική. Και τούτο διότι οι αποφάσεις των Αγίων Οικουμενικών αλλά και τοπικών Συνόδων διατυπώθηκαν στη γλώσσα αυτή που έχει την δυνατότητα να αποδώσει και τις λεπτότερες αποχρώσεις του ανθρωπίνου πνεύματος (κατά το ανθρώπινον).
Φυσικά, το ίδιο ισχύει τόσο για τα λειτουργικά, όσο και για τα ανεκτιμήτου πνευματικής αξίας υμνολογικά μας κείμενα. Και εύκαιρον να μνημονεύσουμε στο σημείο αυτό τον εκ Βορείου Ηπείρου καταγόμενον, αείμνηστο όσιο γέροντα Γεράσιμο τον Μικραγιαννανίτη, τον Υμνογράφο της Μεγάλης Του Χριστού Εκκλησίας, του οποίου το τεράστιο υμνολογικό του έργο, (μέρος του οποίου παραμένει ακόμα ανέκδοτο), αποτελεί όχι απλώς Εκκλησιαστικό ή Εθνικό, αλλά Πανορθόδοξο και Παγκόσμιο πλουτισμό!
Και ας μη μας διαφεύγει και το γεγονός ότι οι ανεκτιμήτου αξίας πνευματικοί θησαυροί των Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας, που είναι θησαυρισμένοι στα συγγράμματά τους, βρίσκονται διατυπωμένοι στην ίδια αυτή Ελληνική μας Γλώσσα.
Το Ελληνικό Έθνος λοιπόν αξιώθηκε της μεγάλης τιμής από τον Θεό, να προσφέρει τη γλώσσα του, για να διατυπωθεί σ' αυτή πρωτοτύπως το θέλημα του Θεού. Αλήθεια, πόσο μας ζηλεύουν γι' αυτό τα άλλα έθνη!
Μπορεί βεβαίως αυτά να διαθέτουν πλούτο πολύ, στρατούς μεγάλους, δύναμη υλική τεράστια, τεχνική και ηλεκτρονική τεχνολογία όλων των μορφών και να καυχώνται για τον εν γένει πολιτισμό τους. Ένα όμως πράγμα δεν έχουν, την ειδική ευλογία του Θεού να προσφέρουν την γλώσσα τους προς διατύπωση της Αιωνίου Αληθείας. Και φυσικά τα όσα αναφέρουμε δεν έχουν ίχνος σωβινισμού ή οτιδήποτε άλλο. Απλώς επισημαίνουμε την πραγματικότητα και κάτι που είναι απ' όλους παραδεκτό. Άλλωστε, γι' αυτό αναγκάζονται πολλοί από τα άλλα έθνη, να μαθητεύσουν στη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας, ακριβώς για να μελετούν στο πρωτότυπο τα λόγια του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Αλλά το Έθνος μας, είναι εκείνο το οποίο ευθύς εξαρχής εδέχθη τον Χριστιανισμό και απαρνήθηκε την αρχαία ειδωλολατρία. Βρήκε δηλαδή στο Αποστολικό κήρυγμα αυτό ακριβώς το οποίο ζητούσε.
Ο Κύριος βέβαια δίδαξε μόνο στους Ιουδαίους. Αλλά αυτοί δεν δέχτηκαν τη διδασκαλία Του. Τον αρνήθηκαν και Τον εσταύρωσαν. Ενώ οι πρόγονοί μας με πολλή προθυμία αποδέχθηκαν τα θεία διδάγματα. Αυτό μάλιστα το προείδε ο Κύριος. Και γι' αυτό, όταν μερικοί Έλληνες ζήτησαν να Τον ιδούν και να τον γνωρίσουν προσωπικώς, είπε τα λόγια εκείνα που τόσο τιμούν το Ελληνικό μας έθνος: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου» (Ιωάν. ΙΒ' 23).
Και όντως, οι περισσότερες Χριστιανικές Εκκλησίες, ιδρύθηκαν από τους Αποστόλους και τους μαθητές τους σε περιοχές και πόλεις Ελληνικές.
Εκείνο όμως που κάνει μεγάλη εντύπωση, όσον αφορά την διάδοση του Χριστιανικού κηρύγματος, και την εξάπλωση της Εκκλησίας μας, είναι ότι ενώ άλλα έθνη (Ιουδαίοι, Ρωμαίοι), κατεδίωκαν τον Χριστιανισμό και εθανάτωναν τους οπαδούς του Χριστού, στην Ελλάδα ο Χριστιανισμός όχι μόνον δεν εδιώχθη, αλλά και έγινε δεκτός με χαρά και ικανοποίηση.
Όλοι γνωρίζουμε ότι Έλληνας ήταν ο τρίτος των Ευαγγελιστών, ο Ιερός Λουκάς, ο οποίος μας χάρισε το εξαίρετο Ευαγγέλιό του και τα ανεκτίμητα «απομνημονεύματα» που αποτελούν και πτυχές της Ιστορίας της πρώτης μας Εκκλησίας. Το βιβλίο του δηλαδή των «Πράξεων των Αποστόλων»!
Αλλά και στους Αποστολικούς Πατέρες αν περάσουμε στην συνέχεια, που είναι οι άμεσοι διάδοχοι των Αποστόλων, θα δούμε ότι Έλληνες είναι ο Πολύκαρπος και ο Ιγνάτιος.
Έλληνες και οι πρώτοι Απολογητές του Χριστιανισμού, ο Ιουστίνος, ο Αθηναγόρας, ο Κοδράτος αλλά και τόσοι άλλοι.
Έλληνες οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας (Μ. Αθανάσιος, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, και τόσοι άλλοι αστέρες του νοητού στερεώματος).
Εάν δε όλες αυτές οι μεγάλες μορφές έθεσαν στην υπηρεσία του Ευαγγελίου τις ψυχικές και τις διανοητικές τους ικανότητες και με όλα τους τα χαρίσματα εργάστηκαν για την διάδοση της διδασκαλίας και την υπεράσπιση των δογμάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, οι Έλληνες είναι εκείνοι που πρόσφεραν και το αίμα τους, ως μάρτυρες πλέον, παραμένοντας εδραίοι και ακλόνητοι στην πίστη του Χριστού.
Όταν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες εξαπέλυαν τους μεγάλους και φοβερούς εκείνους διωγμούς εναντίον των Χριστιανών, οι πρόγονοί μας ήταν εκείνοι που απέδειξαν ότι μπροστά στην πίστη δεν υπολόγιζαν ούτε την ίδια τους τη ζωή. Και αυτό το νέφος των πρώτων μαρτύρων, που ανέρχεται σε ένδεκα εκατομμύρια και πλέον, αποτελείται κατά μέγα μέρος από Έλληνες.
Για όλα αυτά, αλλά και για πολλά άλλα ακόμα που είναι καταγεγραμμένα στις χρυσές σελίδες, τόσο της Εκκλησιαστικής, όσο και της γνησίας Εθνικής μας Ιστορίας, ο Χριστιανισμός στην αυθεντική του έκφραση, δηλ. την Αποστολική και Πατερική, δόξασε τον Ελληνισμό. Και ας προσθέσουμε ότι απ' όταν με το διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.) του Μ. Κωνσταντίνου, έπαυσαν οι διωγμοί, το νεοΐδρυτο τότε Βυζαντινό Κράτος, αφού εγκολπώθηκε τον Χριστιανισμό, αναδείχθηκε φάρος πολιτισμού σε Ανατολή και Δύση.
Όχι μόνο στην Ασία, αλλά και στην Ευρώπη, ως γνωστόν, υπήρχε τότε βαρβαρότητα και αμάθεια και ειδωλολατρία, τα οποία τα διέλυσε με τον Χριστιανικό του πολιτισμό το Βυζάντιο. Αυτό έκανε Χριστιανούς τους Ρώσους, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους, τους Βούλγαρους κτλ, και με τον τρόπο αυτόν τους εκπολίτισε.
Αλλά άνευ αντιρρήσεων, η ευεργετική επίδραση της Ορθοδόξου Χριστανικής πίστεως στο Ελληνικό Έθνος, φαίνεται περισσότερο κατά τους χρόνους της τουρκικής σκλαβιάς. Κατά τους σκοτεινούς εκείνους αιώνες η μόνη δύναμη που παρηγορούσε και βοηθούσε τους υπόδουλους ήταν η Εκκλησία.
Δεν είναι βεβαίως δυνατόν στα στενά αυτά πλαίσια να αναπτυχθεί το κεφάλαιο αυτό σε όλη του την έκταση. Τούτο μόνο επισημαίνουμε το οποίο και τονίζουν και όλοι οι σοβαροί μελετητές. Ότι άνευ της πίστεως των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, το Έθνος μας θα είχε υποστεί αφελληνισμό.
Αλλά και μέχρι των ημερών μας δεν επιβεβαιώνεται αυτή η πραγματικότητα;
Οπωσδήποτε, όπου υπάρχει ζωντανή Εκκλησία, όπου οι ποιμένες γνωρίζουν την ευλογημένη τους αποστολή, εκεί εκτός της Ορθοδόξου πνευματικότητος, έχουμε και ανεπτυγμένο το ορθό Εθνικό φρόνημα. Όπως αντιθέτως, όταν υποσκάπτονται τα θεμέλια της πίστεως μέσω των ποικίλων πλανών και οικουμενιστικών στοιχείων, εκεί δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ελαττώνεται έως και εκμηδενίζεται και αυτή η Εθνική πατριωτική συνείδηση.
Κυριακή των Αγίων Πάντων και Σύναξις των Αγίων Αποστόλων!
Πόσα αλήθεια μηνύματα δε μας μεταδίδει η διπλή αυτή εορτή! Από τα άκρως πνευματικά που παραπέμπουν στη ζωντανή Ορθόδοξη Αποστολική Παράδοση, η οποία εκφράζεται διά της δογματικής μας διδασκαλίας, έως και αυτή την καθημερινότητα την οποία βλέπουμε πώς τη βίωσαν οι εορταζόμενοι Άγιοι. Με αγώνα αλλά και χαρά. Με μαρτύριο της συνειδήσεως, αλλά και με ιερό ενθουσιασμό. Με αγάπη προς την Αλήθεια και θερμή προσευχή για να την γνωρίσει όλος ο κόσμος. Και Αλήθεια είναι ο Χριστός και το Σώμα Του. Η Ορθοδοξία μας. Και συνάμα με αγάπη προς αυτό το Έθνος μας που τόσα πρόσφερε για την πίστη, αλλά και που τόσο ευεργετήθηκε από την πίστη των Αποστόλων και των Αγίων.
Ομολογουμένως αδελφοί μου, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να επιβεβαιώνεται αυτή η διδασκαλία των Αγίων Αποστόλων με την συνεχή και ατελεύτητη αγιότητα των τέκνων της Εκκλησίας. Και φυσικά δεν υφίσταται μεγαλύτερο χάρισμα και πληρέστερη πνευματική χαρά από το να αγωνιζόμαστε εν ταπεινώσει αλλά και με ζήλο ιερό που αναρριπίζει η Χάρις του Θεού, για να μιμηθούμε τους μεγάλους Αδελφούς μας.
Τους Αγίους του Θεού.
Αυτή ας γίνει η ευχή μας αλλά και η αποστολή μας.
Αμήν.