Ο φούρναρης γκρίνιαζε συνέχεια στην γυναίκα του που πήγαινε στις εκκλησίες και έδινε στους φτωχούς και στους εράνους.
-Αφεντικό, όλα αυτά τα ψωμιά είναι δικά σου;
-Αμ΄ τίνος να’ναι;
-Και δεν τα τρως;
-Βρε φύγε από δω!
-Δώσε μου και μένα ένα ψωμάκι που πεινάω.
-Φύγε σου είπα, παράτα με.
-Αφεντικό!
-Φεύγεις ή δεν φεύγεις;
-Αφεντικό! Παρακαλούσε ο φτωχός.
-Αφεντικό, όλα αυτά τα ψωμιά είναι δικά σου;
-Αμ΄ τίνος να’ναι;
-Και δεν τα τρως;
-Βρε φύγε από δω!
-Δώσε μου και μένα ένα ψωμάκι που πεινάω.
-Φύγε σου είπα, παράτα με.
-Αφεντικό!
-Φεύγεις ή δεν φεύγεις;
-Αφεντικό! Παρακαλούσε ο φτωχός.
Δεν
πρόλαβε να τελειώσει, και ο φούρναρης πετάει ένα ψωμί στο κεφάλι του.
Έσκυψε ο φτωχός και το ψωμί τον πήρε ξυστά και έπεσε παραπέρα. Τρέχει,
το αρπάζει, κάθεται σε μια γωνιά και το τρώει. Ο φούρναρης όλη μέρα ήταν
νευριασμένος για τον γρουσούζη επισκέπτη και το ψωμί που έχασε. Ας
τολμήσει να ξανάλθει, έλεγε!
Τη νύχτα, κάπου δύο μετά τα μεσάνυχτα, πετάγεται ο φούρναρης από τον ύπνο του τρομαγμένος και καταϊδρωμένος.-Γυναίκα,
σήκω, ξύπνα. Φέρε μου μία φανέλα να αλλάξω και να σου πω; Γυναίκα,
πέθανα λέει, και μαζεύτηκαν γύρω μου Άγγελοι και διάβολοι. Ποιος να
πάρει την ψυχή μου. Σε μια μεγάλη ζυγαριά όλο και πρόσθεταν οι
τρισκατάρατοι τα κρίματά μου. Και ο ζυγός βάρυνε και βάρυνε και οι
Άγγελοι δεν είχαν τίποτα να βάλουν και λυπόντουσαν. Σε μια στιγμή, ένας
Άγγελος φωνάζει: Το ψωμί! Αυτό που χόρτασε τον πεινασμένο. Βάλτε το στον
άλλο ζυγό.
Οι
διάβολοι επαναστάτησαν: Το ψωμί δεν το έδωσε. Το έριξε να σπάσει το
κεφάλι του φτωχού. Και απάντησαν οι Άγγελοι: Όμως χόρτασε τον πεινασμένο
και εκείνος έδωσε την ευχή του. Και που λες γυναίκα μου, εκείνο το ψωμί
έκανε και έγειρε η ζυγαριά αντίθετα και σώθηκα. Το λοιπόν, δίνε, δίνε
και μη σταματάς. Και εγώ θα δίνω. Αχ, και να ξανάρθει εκείνος ο φτωχός!
Επιτέλους
το κατάλαβε και ο φούρναρης ότι κερδίζει όταν δίνει. Εμείς όμως; Το
έχουμε καταλάβει; Μήπως φοβόμαστε να δώσουμε; Μήπως η “κρίση” μας
βούλιαξε στην ολιγοπιστία; Μήπως είναι καιρός να αρχίσουμε να γινόμαστε
και λίγο χριστιανοί; Και να πιστεύουμε ακλόνητα, πως όταν δίνουμε, αντί
να φτωχαίνουμε, πλουτίζουμε. Ας το αποδείξουμε εμπράκτως.
Φίλοι
μου, μην ξεχνάτε ότι: Η πρώτη θυγατέρα του Θεού είναι η ελεημοσύνη,
αυτή η ελεημοσύνη κατέπεισε τον Θεό και έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον
άνθρωπο…
Δημοσίευση σχολίου