«Ο άνθρωπος ζώον εστί πολιτικόν», έλεγε ο Αριστοτέλης. Είμαστε κοινωνικά
όντα. Έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον. Θέλουμε να ζούμε ο ένας με τον
άλλον. Γι’ αυτό και η αγάπη και η αλληλεγγύη είναι μεγάλες αρετές, γιατί
ενισχύουν την αμοιβαιότητα, την κοινωνία, την αδελφοσύνη.
Η
Εκκλησία μας αποκαλεί αδελφούς, διότι προερχόμαστε από την «ιδίαν
δελφύν», την ίδια μύτρα. Κάθε τι που διασπά την ενότητά μας είναι ό,τι
χειρότερο μπορεί να μας συμβεί. Η μοναξιά, η απουσία κοινωνίας, είναι
βασανιστήριο, κόλαση και δράμα. Είναι σαν δεύτερος, αργός θάνατος. Είναι
τόσο διαπεραστική όσο και ο θάνατος. Η μόνη της διαφορά έγκειται στο
ότι μπορεί να συνοδεύεται από ανθρώπινη ελπίδα, ενώ η σκέψη του θανάτου
όχι.
Όταν τη βιώνεις νοιώθεις σαν να γκρεμοτσακίζεσαι και να μην μπορείς από
κάπου να πιαστείς. Σαν να ασφυκτιάς και να μη βρίσκεις λίγο αέρα να
αναπνεύσεις. Σαν να τρελαίνεσαι μέσα στο σκοτάδι και να μη βρίσκεις ένα
σπίρτο να ανάψεις. Και η μοναξιά χρωματικά εκφράζεται με το μαύρο.
Η μοναξιά λοιπόν κατά τη διαδικασία του
επερχόμενου θανάτου, αποτελεί μια από τις πλέον επώδυνες καταστάσεις.
Και μάλιστα, όταν συνοδεύεται από αίσθημα έντονου σωματικού πόνου και
ψυχική αγωνία. Όλα αυτά μαζί, συνθλίβουν κυριολεκτικά την ανθρώπινη
υπόσταση.
Από το βιβλίο: «Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός».
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Εκδόσεις: Σταμούλης. Αθήνα 2009.
Η/Υ επιμέλεια, Σοφίας Μερκούρη.
Δημοσίευση σχολίου