Είναι αρκετή η εξήγηση ότι για την έλλειψη πνεύματος μαθητείας στους καιρούς μας αιτία είναι η μετανεωτερική τάση ο άνθρωπος να έχει κριτήριο της αλήθειας τον εαυτό του και μόνο; Θα μας βόλευε μία τέτοια θεώρηση, καθότι θα άφηνε στην άκρη την πτώση του ανθρώπου από την σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Από την αρχή της ιστορίας μας στον κόσμο παλεύουμε με την γνώμη μας. Ζούμε τον θάνατο τού να τα θέλουμε όλα για μας. Και όλος ο αγώνας της ζωής έχει ως κλειδί το να μπορέσουμε, διά της αγάπης, να χτίσουμε ως κριτήριο νοήματος την συνάντηση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο στην προοπτική του «εμείς». Για να γίνει αυτό χρειάζεται πνεύμα μαθητείας. Ανάγκη να ακούσουμε. Ανάγκη να δούμε ποιοι είναι αυτοί που μπορούν να γίνουν οι αληθινοί πνευματικοί μας πατέρες και όχι μόνο στην εκκλησιαστική μας πορεία.
Ο θρίαμβος της ελευθερίας του «όλα επιτρέπονται» έφερε ένα μεγάλο τίμημα στην ζωή μας: την αδιαφορία για την μάθηση. Οι γονείς απεμπολούμε την ευθύνη να μοιραστούμε με τα παιδιά μας αξίες που θα τα οδηγήσουν στην καλοσύνη και την αγάπη, από φόβο ότι η ζωή είναι σκληρή και πρέπει να τα μάθουμε να προστατεύονται. Κάποτε αισθανόμαστε ότι έχουμε φάει πολύ κήρυγμα στην δική μας πορεία για να χρειάζεται να κάνουμε τους δασκάλους. Άλλοτε δεν έχουμε χρόνο. Προτιμούμε να αφήνουμε το έργο της διδαχής στην εκπαίδευση και στις εξωσχολικές δραστηριότητες. Όταν όμως λείπει το κύριο συστατικό της μάθησης που είναι η αγάπη, τι γίνεται; Όταν το παιδί νιώθει ένας μικρός θεός, τότε γιατί να ζητήσει να μάθει;
Ανάλογη είναι και η πορεία στις σχέσεις μας, στην φιλία, στον έρωτα, στις συναναστροφές. Αν θελήσεις να μοιραστείς γνώσεις, ιδέες, προτιμήσεις, να εξηγήσεις «γιατί;», τότε θα διαπιστώσεις την μοναξιά, ενώ όλοι θα θεωρήσουν ότι θες να κάνεις τον δάσκαλο. Μπορεί να συμβαίνει κι αυτό. Αν το μοίρασμα δεν γίνεται με ταπείνωση, αλλά με απαίτηση, με θόρυβο, με επιδίωξη το χειροκρότημα, τότε δύσκολα έχει νόημα. Συχνά είμαστε τόσο σίγουροι για τον εαυτό μας που δεν διψάμε να ακούσουμε τους άλλους, αλλά μένουμε στο να μιλάμε μόνο για μας. Στον έρωτα, μάλιστα, η απαίτηση γίνεται καταστροφική, καθώς γκρεμίζει εύκολα τα συναισθήματα. Κι όμως, αν ο καθένας μας προχωρούσε με πνεύμα ταπεινοσύνης να ακούσει, αλλά και να προσφέρει, τότε μια άλλη ποιότητα θα προέκυπτε.
Στην εκκλησιαστική μας πορεία έχουμε γεμίσει από «επηρμένες οφρύες». Δεν υπάρχει σπουδή των διδασκαλιών και των αποφάσεων των πνευματικών μας πατέρων, αλλά κατάκριση αν αυτές δεν είναι σύμφωνες με τα δικά μας πιστεύω και, κυρίως, με τις δικές μας φοβίες. Γι’ αυτό και έχουμε γεμίσει από αγριεμένες ψυχές. Αντί να ζηλεύουμε την πρόοδο, την σκέψη, το βίωμα, την αγάπη, τα υποτιμούμε. Και τότε λείπει η χάρις.
Ας ξεκινήσουμε με διάκριση από την ζωή της πίστης μας. Ας επαναφέρουμε την μαθητεία, όχι γιατί η ζωή είναι εύκολη για όσους ακούνε, αλλά γιατί αυτοί έχουν τη ελπίδα του ελέους του Θεού και μιας άλλης σοφίας.
Δημοσίευση σχολίου