Διηγήθηκε
ο διακο-Διονύσιος ο Φιρφιρής:
Κάποτε,
βρέθηκα για δουλειά έξω στην Θεσσαλονίκη.
Πήγα σε ένα εστιατόριο να φάω. Έκανα την
προσευχή μου και κάθισα να φάω. Παραδίπλα
ήταν μία παρέα. Μου λέει κάποιος λαϊκός:
-Λοιπόν,
τι μας παριστάνεις τώρα; Τι θέλεις να
μας δείξεις;
-Για
να μην μου σταθή κανένα κόκκαλο στον
λαιμό, βρε αδελφέ, απάντησα λίγο οργισμένα.
Σε
λίγο, από το τραπέζι αυτής της παρέας
ακούστηκε θόρυβος και βιαστικά κάποιον
τον έβγαλαν έξω. Εγώ δεν γύρισα να
κοιτάξω.
Μετά
από καιρό, που ξαναβγήκα στην Θεσσαλονίκη,
με συναντά κάποιος κοντά στον Λευκό
Πύργο και με χαιρετά ρωτώντας:
-Με
γνωρίζεις Πάτερ;
-Όχι,
απαντώ.
-Δεν
με θυμάσαι; Εσύ μ’ έκανες Χριστιανό.
-Δεν
σε θυμάμαι.
-Θυμάσαι
κάποτε σε ένα εστιατόριο που έτρωγες
και κάποιος σου είπε αυτό και αυτό;
-Ναι,
κάτι θυμάμαι.
-Ε,
εγὼ ήμουν. Βλέπεις εδώ; Μου στάθηκε ένα
κόκκαλο στον λαιμό, και με έκαναν
εγχείρηση για να το βγάλουν, ενώ συγχρόνως
μου έδειχνε τον λαιμό του με το σημάδι
της τομής. Μετά από αυτό και στην εκκλησία
πηγαίνω και εξομολογούμαι και κάνω
προσευχή. Σ’ ευχαριστώ Πάτερ, εσύ μ’
έσωσες.
Πηγή:
Προσκυνητής
Δημοσίευση σχολίου