Ο
άνθρωπος έχει ανάγκη την τροφή για να επιβιώσει. Έτσι πλάσθηκε από το Θεό. Η
λήψη της τροφής όμως συνοδεύεται και από μία συγκεκριμένη στάση ζωής, καθώς ο
άνθρωπος ενηλικιώνεται. Από την
αυτόματη, ενστικτώδη κίνηση, η τροφή γίνεται έλλογη επιλογή, καθώς ο καθένας
ακολουθεί την πορεία της σωματικής και πνευματικής ανάπτυξής του. Η τροφή
συνοδεύεται από την ηδονή του να αρέσει ή να μην αρέσει, τόσο στη γεύση όσο και
στον τρόπο της βρώσης της. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος σταδιακά μπορεί να
τρώει για να ζει ή και να ζει για να τρώει. Να συνδέεται με αυτούς που του
παρασκευάζουν την τροφή, με την
προσωπική σύνδεση με την μητέρα ή την σύζυγο ή τους οικείους από την οποία την
δέχεται ή με την απρόσωπη σύνδεση με εκείνους που πουλούνε τροφή. Γι’ αυτό και
η στάση του καθενός έναντι της τροφής δείχνει κατά κάποιον τρόπο τι άνθρωπος
είναι.
Συχνά στα ιερά κείμενα βλέπουμε να γίνεται αναφορά στο θέμα της
τροφής. Στην Παλαιά Διαθήκη η τροφή γίνεται αφορμή της πτώσης του ανθρώπου, της
έκπτωσής του από τη σχέση με το Θεό στον Παράδεισο και της εξορίας του στον
κόσμο που δεν είναι πια στολίδι. Ο άνθρωπος καλείται με τον ιδρώτα του προσώπου
του να τρώει τον άρτο του. Και η γη βγάζει ακάνθας και τριβόλους, που κάνουν
τον άνθρωπο να μην μπορεί να γευτεί την τροφή ως δωρεά από το Θεό και την αγάπη
Του, αλλά να τη βλέπει ως αποτέλεσμα του δικού του κόπου. Γι’ αυτό και η τροφή αποσυνδέεται από την πρόνοια του Θεού και
γίνεται αφορμή για πόλεμο και συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων. Την ίδια
στιγμή, στην Παλαιά Διαθήκη, η τροφή αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα των
Εβραίων, όταν φεύγουν από την Αίγυπτο για να ακολουθήσουν την οδό προς τη γη
της Επαγγελίας. Στην έρημο θα γογγύσουν εναντίον του Θεού, γιατί μέσα τους θα
συνεχίσουν να φέρουν το σπέρμα της ανταρσίας, που δεν δέχεται ότι η τροφή δεν
είναι αυτοσκοπός, αλλά δωρεά σχέσης του ανθρώπου με το Θεό, ότι η τροφή έρχεται
δεύτερη σε μία ζωή στην οποία υπάρχει η εμπιστοσύνη στο Θεό. Και τότε ο Θεός θα
τους στείλει το «μάννα», λύνοντας το ζήτημα της επιβίωσης, φανερώνοντας την
αγάπη και την πρόνοια προς εκείνους και την ίδια στιγμή, καθώς τους ζητά να το
τρώνε αυθημερόν και να μην το κρατάνε για δεύτερη ημέρα, δείχνοντάς τους ότι
όσο επιλέγουν την σχέση μαζί Του ως το πρώτο της ζωής, όσο δεν έχουν αγωνία για
την τροφή τους, αυτή θα τους έρχεται. Η στάση την οποία καλούνται να έχουν
είναι η ευχαριστία. Ο δοξασμός του Θεού για το ότι τους αγαπά. Η ευγνωμοσύνη για το ότι Εκείνος υπάρχει.
Η Υπεραγία Θεοτόκος αποτελεί την διαδοχή της τροφής του μάννα και
γίνεται η ίδια τροφή για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Μαζί με όλες τις άλλες
αλλαγές, τις ανακαινίσεις του κόσμου που συνοδεύουν την κίνησή της να αποδεχτεί
την πρόσκληση του Θεού να γεννήσει τον Υιό της, η Παναγία μας δείχνει ότι
αποτελεί η διάδοχος της τροφής του μάννα, μόνο που επισημαίνει το αληθινό νόημά
της. Γιατί στο πρόσωπό της βλέπουμε την ανάγκη μας να λειτουργούμε με εμπιστοσύνη
προς το πρόσωπο του Χριστού και την πρόνοιά Του για τον καθένα μας. Βλέπουμε
την ανάγκη μας να αναφέρουμε δια της προσευχής τη ζωή και την επιβίωσή μας σ’
Εκείνον. Να μην μένουμε στα υλικά αγαθά, αλλά να βιώνουμε το «ουκ επ’ άρτω
μόνον ζήσεται άνθρωπος». Και να εκφράζουμε με την ευχαριστία και την ευγνωμοσύνη
προς τον Δωρεοδότη της τροφής Κύριο και την έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον μας
τα συναισθήματά μας έναντι της δωρεάς της τροφής και κάθε αγαθού, αλλά και κάθε
περιστάσεως της ζωής μας, όπως Εκείνος επιτρέπει να μας συμβούνε.
Η Παναγία εμπιστεύθηκε το Θεό
και δέχτηκε να συμμετάσχει στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία του
κόσμου. Τρέφει λοιπόν ως μάνα τους ανθρώπους με ένα νέο μάννα, το οποίο
παραμένει άφθαρτο στους αιώνες. Είναι ο
ίδιος ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο οποίος δεν φθείρεται από το πέρασμα της
ημέρας, από το χρόνο, από το σκοτάδι της αμαρτίας και της κακίας, ακόμη και από
την νοοτροπία μας να εκζητούμε την ηδονή στα ευτελή. Την ίδια στιγμή, το νέο μάννα συνεχίζει να δίδεται καθημερινά στους
ανθρώπους ως ο Άρτος της Ζωής. Το παλαιό μάννα δεν μπορούσε να κάνει τους
ανθρώπους να αποφύγουν το θάνατο, όχι μόνο τον σωματικό, αλλά και τον
πνευματικό, γιατί θεράπευε την ανάγκη της τροφής. Της επιβίωσης. Το νέο μάννα, που είναι ο Χριστός, δίνει
ζωήν αιώνιον και ανασταίνει τους ανθρώπους που θα πιστέψουν σ’ Αυτόν, γιατί
τρέφει με την Αγάπη του Θεού όχι μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή. Συγχωρεί
τις αμαρτίες μας και λυτρώνει από τον πνευματικό θάνατο την ύπαρξή μας. Ζωοποιεί με έναν μυστικό, εσωτερικό τρόπο
το σύνολο της ύπαρξής μας και οδηγεί σε μία άλλη τρυφή, την αγία, της
αγιότητας, της συνεχούς κοινωνίας με το Θεό που αλλάζει την πορεία της ζωής
μας, διότι τώρα γνωρίζουμε τι θέλει ο ουρανός από την καθημερινότητα, τη στάση
ζωής μας, τις κρίσεις με τον εαυτό μας και τους ανθρώπους, στις ποικίλες
επιθέσεις του κακού και του διαβόλου και, κυρίως, γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε
μόνοι μας. Το παλαιό μάννα χορηγούνταν σε όλους, ανεξαρτήτως αν δόξαζαν ή όχι
το Θεό, γιατί ο Θεός είναι δίκαιος, δηλαδή αγαπά, και ανατέλλει τον ήλιο επί
δικαίους και πονηρούς. Το νέο μάννα δίδεται και αυτό σε όλους, όμως, επειδή δεν αναφέρεται στην επιβίωση, είναι
επιλογή του ανθρώπου αν θα το προσλάβει. Η
δωρεά δηλαδή του νέου μάννα, του Χριστού, είναι δωρεά ελευθερίας και επαφίεται
στον καθέναν αν θα την αποδεχτεί. Και ο τρόπος της αποδοχής είναι η ευχαριστία.
Όχι μόνο το μυστήριο της Εκκλησίας, αλλά και η σύνολη στάση ζωής μας. Η
δοξολογία του Θεού. Η προσφορά στο συνάνθρωπο. Η αποδοχή του θείου θελήματος,
ασχέτως αν μας ευχαριστεί ή όχι.
Πρώτη η Παναγία άνοιξε τον δρόμο
ώστε να γευτεί στην ύπαρξή της αυτό το νέο και αιώνιο μάννα. Γι’ αυτό και
χαρακτηρίζεται μανναδόχος στάμνα. Όπως σε μία στάμνα ο Μωυσής κρατά ως θησαυρό πολύτιμο
λίγο μάννα, το οποίο είναι το μοναδικό που παραμένει άφθαρτο εντός της, έτσι
και η Παναγία κρατά στα σπλάχνα της το αιώνιο μάννα, το Χριστό, ο Οποίος
παραμένει άφθαρτος και αναλλοίωτος, ενώ αλλοιώνει την φθορά μας. Στο πρόσωπο του Χριστού τόσο η υλική, όσο
και η κάθε άλλη τροφή αλλάζουν προσανατολισμό. Ο χριστιανός ξεκινά τη ζωή
του από την κοινωνία με τον Άρτο της Ζωής και αυτή είναι η μεγαλύτερη τρυφή, η
οποία διασώζει από την έρημο των παθών, της μοναξιάς, του θανάτου τον καθέναν
μας και μας δίδει την ευκαιρία να βαδίσουμε προς τη γη της προσωπικής μας Επαγγελίας,
τον Παράδεισο της Εκκλησίας και της σχέσης της Αγάπης. Και συνεχίζει τον αγώνα
του και στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής αλλά και πάσας τας ημέρας της
ζωής του με γνώμονα την εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού, χωρίς αγωνία για την
επιβίωσή του και με πνεύμα ευχαριστίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εργάζεται για
τα υλικά. Βλέπει όμως πού βρίσκεται η αληθινή ηδονή. Η τρυφή που είναι
ατελεύτητος. Στη σχέση με το Θεό στην Εκκλησία. Και προσεύχεται στην Παναγία να
μην επιτρέψει να επηρεαστεί από το πνεύμα του κόσμου, που όχι απλώς αποθεώνει
την τροφή, αλλά εκδιώκει τον Δωρεοδότη της από τη ζωή μας. Και συνεχίζει να
διακηρύττει ότι μπορούμε και χωρίς Αυτόν
να παλέψουμε με τας ακάνθας και τας τριβόλους τόσο της γης όσο και του εαυτού
μας. Μόνο που βλέπουμε καθημερινά τις συνέπειες της επιλογής μας.
Κέρκυρα, 14 Μαρτίου 2014
Δημοσίευση σχολίου